Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα John Michael McDonagh. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα John Michael McDonagh. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

Calvary (2014)


Το Calvary δεν είναι μια ταινία για τον Θεό και την εκκλησία. Χρησιμοποιεί όμως έναν άνθρωπο του Θεού και της εκκλησίας για να μπορέσει να αναγνωρίσει τα ελαττώματα, τις ατέλειες και τις αρετές των ανθρώπων της διπλανής πόρτας, που όταν τους γνωρίσεις μια φορά δεν θα ξεχάσεις κανέναν τους, ακόμα κι αν είναι αυτό που πρώτα θα επιθυμήσεις. Ένας καθολικός ιερέας βρίσκεται στο επίκεντρο της ιστορίας, τον οποίο ένας άγνωστος ενορίτης του, αφού του εξομολογηθεί τις σεξουαλικές του αμαρτίες, στη συνέχεια απειλεί να τον δολοφονήσει σε μια εβδομάδα, με την απλή δικαιολογία ότι πρέπει να σκοτώσει κάποιον που δεν έχει σφάλει. Η σιωπηλή αποδοχή της μοίρας από τον ιερέα είναι αξιοθαύμαστα ηρωική ενώ ταυτόχρονα δίνει ένα υπόγειο στοιχείο για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.

Μέσα στην απεραντοσύνη της Ιρλανδικής επαρχίας (η οποία απλώνεται μεγαλόπρεπα στα περισσότερα πλάνα της ταινίας) θα αναγνωρίσεις όσα κατά καιρούς   χαρακτηρίζουν το ανθρώπινό μας γένος. Από την αυθάδικη συμπεριφορά και το λερωμένο κυνισμό μας, έως τον αδηφάγο εγωισμό και τις ξεθωριασμένες αναμνήσεις μιας ζωής που ποτέ δεν ήρθε, ο άνθρωπος ξεγυμνώνεται, εκθέτοντας τις ατελείωτες αμαρτίες και εμμονές της κοινωνίας του. Μια κοινωνία που έχει μάθει να κακοποιεί την παιδικότητα και να κανιβαλίζει αδιάντροπα, χωρίς όμως αυτό να είναι το μεγαλύτερό της πρόβλημα.

Μέσα στην απέραντα εγκαταλελειμμένη ψυχοσύνθεση ενός κόσμου που πονάει μαρτυρώντας κάθε φορά και πιο δυνατά, το σφάλμα του καθενός από μας έχει το δικό του αντίκτυπο στο διπλανό μας. Οι δαίμονες βρίσκονται πάντα δίπλα στον καθένα από εμάς, το θέμα είναι πότε θα τους αναγνωρίσουμε και τελικά πώς θα διαχειριστούμε την νομοτελειακή τους ύπαρξη. Φιλοσοφικά και κοινωνικά διλήμματα του σήμερα θίγονται σχεδόν σε κάθε σκηνή της ταινία, όμως ο McDonagh ούτε για μια στιγμή δε γίνεται διδακτικός, ούτε για μια στιγμή δε βαραίνει την ατμόσφαιρα, αντίθετα αφηγείται την ιστορία του ισορροπώντας ανάμεσα στο δράμα και το μαύρο χιούμορ, χρωστώντας φυσικά τα περισσότερα στην ερμηνεία του τιτάνιου Brendan Gleeson, το πρόσωπο του οποίου κάποιες φορές προκαλεί χαμόγελα και άλλες είναι ικανό να φέρει δάκρυα στα μάτια.

Κι αν το σφάλμα του ιερέα είναι ότι νόμιζε ότι μπορεί μέσα από το ειλικρινές του ράσο και τον ανεξάντλητο λόγο του (οποιουδήποτε) Θεού να λυτρώσει μια μικρή κοινωνία που έμαθε να κρίνει αδιάκοπα (περιμένοντας με τη σειρά της πότε θα κριθεί), τότε η πίστη για συγχώρεση κλονίζεται και ο συμβολισμός που φοράει η εκκλησία γίνεται στάχτη στα μάτια των περισσότερο απαιτητικών ενοριτών. Άλλωστε, ένας απλός άνθρωπος, όποιο κι αν είναι το ιερατικό του καθήκον, δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος όλου του κόσμου που τον περιβάλλει. Αν όμως αυτό είναι προαπαιτούμενο για να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, τότε οφείλουμε να νιώθουμε όλοι το ίδιο ένοχοι για τις αμαρτίες και τις αλήθειες που (δεν) εξομολογούμαστε και τον τρόπο που πορευόμαστε στην μικρή αυτή πορεία της ζωής. 

Με την κρυφή επιθυμία της συγχώρεσης να βρίσκεται, φυσικά, μίλια και μίλια μακριά μας…

Chris Zafeiriadis

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

The Guard (2011)


Υπάρχουν μερικές στιγμές στη ταινία οι οποίες θα σε κάνουν να γελάσεις, να χαμογελάσεις και τελικά να ευχαριστηθείς με την ψυχή σου τα ενενήντα έξι λεπτά αυτής της κωμικο-δραματικής ιστορίας. Μιας ιστορίας που εκτυλίσσεται σε κάποια κωμόπολη της ιρλανδικής επαρχίας, με τους γκριζωπούς ουρανούς, τους περίεργους ανθρώπους, τις δολοφονικές ατάκες και τελικά, το αναπάντεχο έγκλημα το οποίο πηγαίνει αντίθετα στην ανυπαρξία όσων δεν συμβαίνουν σε ένα τέτοιο μικροκαμωμένο μέρος. Σε αυτό τον τόπο ζει και αναπνέει ο αστυνόμος Gerry, αποπνέοντας όμως την κακομουτσουνιά και την αγένεια του πενηντάρη που έμεινε μόνος στη ζωή, έχοντας τον χρόνο να την φιλοσοφήσει με την ησυχία του. Το φιλοσόφημα δεν θα το δεις, θα δεις όμως τα αποτελέσματά του.

Για τον Gerry (έξοχος ο Brendan Gleeson σε έναν ρόλο γραμμένο για την πάρτη του) ο κόσμος γύρω του μοιάζει να μην έχει και πολύ ενδιαφέρον και τίποτα δεν φαίνεται να τον εκπλήσσει πια, κάτι που γίνεται αντιληπτό από την πρώτη κιόλας σκηνή της ταινίας. Από εκεί και έπειτα και καθώς αναπτύσσεται η ιστορία, αντιλαμβάνεσαι ότι αυτός ο χαρακτήρας ανήκει σε εκείνους τους περίεργους ανθρώπους που κάτω από την αδιάκοπα απρεπή συμπεριφορά τους, κρύβουν μια σπάνια ευγένεια, την οποία όμως χαρίζουν σε εκείνους τους ελάχιστους που την αξίζουν. Όχι την ευγένεια που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε ως εικόνα γύρω μας, αλλά την ευγένεια ως ουσία και στη συνέχεια ως συναίσθημα. Κάπως έτσι ο Gerry γίνεται φίλος (δεν είναι τυχαίο που η σύζυγος ενός συναδέλφου τον αποκαλεί με το μικρό του όνομα μετά από δύο μόλις τυπικές συναντήσεις).

Ίσως κάπου εκεί, στο μέσο περίπου της ιστορίας αντιλαμβάνεσαι ότι το ανθρωποκτονικό έγκλημα, οι μεγαλοαστικοί (αλλά όχι μεγαλοαστοί) δολοφόνοι, τα κλεμμένα ναρκωτικά και ο εκ της δύσεως πράκτορας, είναι σχεδόν δευτερεύουσας ουσίας, όχι όμως και δευτερεύουσας σημασίας. Διότι για τον writer-director McDonagh αυτή δεν είναι μια αστυνομική κωμωδία, ακόμα και αν επιφανειακά φαίνεται ως τέτοια. Είναι η απεικόνιση ενός ιδιαίτερου άντρα και η απελευθέρωσή του από τα δεσμά που τον κρατούν αιχμάλωτο.

Και τότε έρχεται η σκηνή στην προβλήτα να επιβεβαιώσει τις παραπάνω σκέψεις, με τον Gerry να επαληθεύει με τον καλύτερο τρόπο τον ρόλο που τού έδωσε η ζωή. Θαρρείς πως τώρα είναι η ευκαιρία την οποία αρπάζει για να αποκαλύψει στον κόσμο τον αληθινό εαυτό του και στη συνέχεια να χαθεί χωρίς ίχνη στο βαθύ μπλε του απέραντου ωκεανού (το οποίο, μεταξύ μας, ταιριάζει απόλυτα με το χαρακτηριστικό χρώμα της στολής του), αφήνοντας την μελαγχολία της καθημερινότητας για εμάς τους υπόλοιπους που μείναμε πίσω.

Chris Zafeiriadis