Σκάνδαλα, φόνοι, παράνοια και αυτοκτονίες είναι τα κύρια συστατικά που χαρακτηρίζουν τον άφεγγο μύθο γύρω από το Hill House, έναν στοιχειωμένο πύργο τοποθετημένο στο πιο κρύο και απομονωμένο μέρος της Νέας Αγγλίας. Έναν πύργο “εκ γενετής” κακό, ο οποίος έχει την τάση να αφαιρεί τις ζωές από τους κατά καιρούς ιδιοκτήτες του, χωρίς όμως να τους δίνει την δυνατότητα να γαληνεύουν μετά τον θάνατό τους, κρατώντας τις ψυχές τους αιχμάλωτες μέσα στα αραχνιασμένα του τοιχώματα. Ή τουλάχιστον, έτσι λέει ο μύθος.Σε ένα σκοτεινό βιβλίο της Shirley Jackson ανήκει αυτή στοιχειωμένη ιστορία που επέλεξε να μεταφέρει στην σκοτεινή αίθουσα ο Robert Wise και το αποτέλεσμα δεν κρίνεται μόνο τρομακτικά(!) επιτυχημένο αλλά και διαχρονικά απολαυστικό (τουλάχιστον για τους λάτρεις του κινηματογραφικά μαυρόασπρου φόβου). Όμως πέραν του αδιαμφισβήτητου τρομοκρατήματος που προσφέρει η δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη, μακριά από τις απειλητικές φωνές και τους απόκοσμους θορύβους (που μοιάζουν σα να πετάχτηκαν από κάποια χαμένη ταινία του Tourneur), ο στοιχειωμένος αυτός πύργος προσφέρει και κάτι παραπάνω. Και αυτό διότι ανάμεσα στους καλεσμένους που λαμβάνουν μέρος στο πείραμα που διεξάγει ο φιλόδοξος ανθρωπολόγος (καθόλου τυχαία επιλογή ιδιότητας) για την καταγραφή υπερφυσικών φαινομένων, υπάρχει και μια γυναικεία παρουσία διαφορετική από τις άλλες, η οποία υποθάλπει έναν “ιδιαίτερο” χαρακτήρα κρυμμένο πίσω από τα τεκταινόμενα του πύργου.
Η Eleanor, η βασικότερη από τους τέσσερις βασικούς χαρακτήρες, είναι και εκείνη που αναπτύσσεται περισσότερο από τον σκηνοθέτη. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά ο Wise τροφοδοτεί το κοινό με πληροφορίες οι οποίες συνθέτουν αυτό το εύθραυστο πορτραίτο. Καταθλιπτική και καταπιεσμένη από την οικογένεια της, χωρίς να έχει την δυνατότητα της ελευθερίας και της ελεύθερης βούλησης, έχοντας από καιρό χάσει την ιδιότητα της συζύγου, η Eleanor αποξενώνεται και χάνεται στην εσωστρέφειά της, με μοναδικό στόχο επιδίωξης την απόδραση. Σαν άλλη Marion (βλ. Ψυχώ) αλλά με διαφορετικό κίνητρο, επιβιβάζεται στο αυτοκίνητο και από-δρα παρέα με τις voice over σκέψεις της, μόνο για να εγκλωβιστεί στην εσωτερική παράνοια που ελλοχεύει στον πύργο-φάντασμα. Το στοιχειωμένο πείραμα του Hill House μπορεί να φαντάζει σαν την ιδανική ευκαιρία για εκείνη, είναι όμως αυτό που την οδηγεί στην ψυχολογική και σωματική της καταστροφή.
Ακολουθώντας τα κλασικά πρότυπα των ταινιών τρόμου, ο Wise καταφέρνει να συνδέσει οτιδήποτε paranormal συμβαίνει μέσα στον πύργο με την ίδια την ηρωίδα, κινηματογραφώντας με αυτό τον τρόπο το χρονικό ενός ψυχικά αποδιοργανωμένου ανθρώπου. Ένα εγκαταλειμμένο σπίτι το οποίο μοιάζει αρκετά οικείο με αυτή την εγκαταλειμμένη γυναίκα, μετατρέπεται σε αντικείμενο ταύτισης για την ίδια. Κατά ένα περίεργο τρόπο, η Eleanor νιώθει (και είναι) στόχος του σπιτιού, το οποίο αργά αλλά σταθερά απορροφά την σκέψη και την ψυχή της, κάνοντάς την να πιστεύει ότι ανήκει ολοκληρωτικά σε αυτό. Γεγονός που παρουσιάζει με μαεστρία ο σκηνοθέτης και δημιουργεί ένα αλληγορικό ψυχογράφημα μιας γυναίκας που θέλει να ξεφύγει από την μέχρι τώρα ζωή της και προτιμά να βρίσκεται σε ένα σπίτι στοιχειωμένο παρά στο δικό της.Χρησιμοποιώντας τις σκιές, τους θορύβους αλλά κυρίως την ψυχρότητα ενός τέτοιου πύργου και αποφεύγοντας τις εύκολες κινηματογραφικές λύσεις, ο Wise καταφέρνει και χτίζει μια διφορούμενη αλλά επιβλητική ατμόσφαιρα. Μια ατμόσφαιρα η οποία επιβάλλεται πρωτίστως στην κεντρική ηρωίδα της ταινίας, η οποία αφού πρώτα οικειοποιηθεί το σκοτάδι που κατοικεί στο σπίτι (και κατ’ επέκταση στη ψυχοσύνθεσή της) στη συνέχεια ακολουθεί την ρότα που χαράσσει το απροσδιόριστο κακό και παραδίνεται σε μια σχεδόν σχιζοφρενική αλλά κυρίως δραματική κατάσταση ασφυξίας και (τελικά) κατάρρευσης της προσωπικότητάς της. Το κακό που κατοικεί σε αυτό το σπίτι δεν θριαμβεύει αλλά επιβεβαιώνεται ενώ παράλληλα επιβεβαιώνει αυτή την μεταφυσική και ταυτόχρονα δραματική κατασκευή του Wise σαν μια από τις πολυδιάστατες, πολυαναγνώσιμες και καλύτερες ταινίες της δεκαετίας της.
Chris Zafeiriadis
