Ο Craven έχει την δυνατότητα να επαναπροσδιορίσει επιτυχίες του παρελθόντος (Nightmare On Elm Street) αλλά πολύ σοφά αποφασίζει να μη το κάνει. Επίσης, μπορεί να κατασκευάσει μερικά ακόμα sequels παλιότερων ταινιών του (Scream) αλλά ούτε αυτό έχει προτεραιότητα για την ώρα. Αυτό που κάνει όμως είναι να αφηγείται μέσα στα εννέα εισαγωγικά λεπτά της ταινίας την ιστορία ενός ψυχασθενούς serial killer και στα υπόλοιπα ενενήντα που ακολουθούν, να αναπτύσσει την ψυχική επιστροφή του, η οποία λαμβάνει χώρα δεκαέξι χρόνια αργότερα. Και αυτό μοιάζει να του αρκεί.Έχοντας πάνω από δεκαπέντε χρόνια να σκηνοθετήσει δικό του σενάριο, ο κλέφτης ψυχών δεν προσπαθεί ούτε στο ελάχιστο να ξεχωρίσει από τους υπόλοιπους κακότροπους χαρακτήρες που έχουν ξεπεταχτεί από την φαντασία του δημιουργού του, γεγονός που τον εναρμονίζει πλήρως με το κινηματογραφικό παρελθόν του σκηνοθέτη. Όπως και παλιότερα έτσι και τώρα, ο Craven χτίζει έναν κόσμο όπου οι ενήλικες είναι απόντες και οι έφηβοι είναι οι κυρίως πρωταγωνιστές που πληρώνουν για τις αμαρτίες και τα λάθη των μεγαλυτέρων. Καλοί και κακοί, θύτες και θύματα. Είναι οι ίδιοι έφηβοι που ως κοινό αρέσκονται στο να τρομοκρατούνται από τέτοιου είδους κινηματογραφικές αφέλειες που και ο ίδιος ο Craven φαίνεται να μη χορταίνει να κατασκευάζει.
Βέβαια, αυτή η ιστορία μοιάζει να ξεθάφτηκε από κάποιο ξεχασμένο μαθητικό συρτάρι, πράγμα που φανερώνουν το απλοϊκό σενάριο, οι ημιτελείς χαρακτήρες και η αφέλεια με την οποία σκηνοθετεί εδώ ο Craven. Και μπορεί σε στιγμές να χάνει την αφηγηματικότητά του ακολουθώντας δρόμους που δύσκολα βγάζουν νόημα, όμως την τρομοκρατία του χαρακτήρα του δεν την χάνει ούτε λεπτό. Και αυτό διότι ο Craven είναι ένας τρομολάγνος μάστορας ο οποίος έχει χαρίσει πάρα πολλά στους κατά καιρούς έφηβους φίλους του και όποιος λάτρης του φανταστικού σινεμά ισχυρίζεται ότι δεν έχει απολαύσει ποτέ του κάποια από αυτές τις ταινίες, είναι σίγουρος ότι ψεύδεται, με την ντροπή να ξεχειλίζει στο πρόσωπό του.
Όμως τα χρόνια περνάνε, οι χαρακτήρες ξεχνιούνται και οι έφηβοι φίλοι του (πρωταγωνιστές και κοινό) μεγαλώνουν, ωριμάζουν και τραβάνε ο καθένας τον δικό του δρόμο. Ακόμα και η Sidney Prescott έχει μεταμορφωθεί σε μια κυρία, με τελείως διαφορετικές ανάγκες, προτεραιότητες και απαιτήσεις από την ζωή. Όπως συμβαίνει και με τους περισσότερους από εμάς που έχουμε αφήσει τα μαθητικά μας χρόνια αρκετά πίσω και δυστυχώς δεν μοιραζόμαστε την ανάγκη του σκηνοθέτη για μια τέτοια ταινία.
Αν όμως κάτι διασώζεται και ξεχωρίζει σήμερα τον Craven από την ανουσιότητα των περισσότερων διεκπεραιωτών σκηνοθετών αυτής την βιομηχανίας, είναι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρεται στον εκ γενετής νοητικά πειραγμένο πρωταγωνιστή του (που είναι και ο λόγος για τον οποίο γράφονται αυτές οι λέξεις). Ένας καταφανής διαταραγμένος νέος που έχει κληρονομήσει το χάρισμα μιας συγχυσμένης προσωπικότητας, δεν παρουσιάζεται ως το εξιλαστήριο θύμα που χάνει την λογική του προκαλώντας μια ακατάστατη αιματοχυσία, αλλά ως ήρωας που αφήνει στην άκρη την σύγχυσή του και επιβιώνει σε έναν παράφρονα και δυσλειτουργικό κόσμο έτοιμο να καταρρεύσει. Όπως ο δικός μας κόσμος, αυτός που έχουμε χτίσει εμείς οι μεγαλύτεροι, ωριμότεροι και φυσιολογικοί άνθρωποι του ταλαιπωρημένου αυτού πλανήτη.
Chris Zafeiriadis



