Deperiscono prima del tempo”
Είναι λίγο πριν το τελευταίο μισάωρο της ταινίας όταν ο αθώος - μεγαλοπρεπής και αδιαμφισβήτητος όπως είναι - κάνει την βροντερή εμφάνισή του, εδραιώνοντας την θέση του και διεκδικώντας όλα εκείνα που δικαιωματικά του ανήκουν. Και είναι στα αμέσως επόμενα λεπτά όταν συνειδητοποιείς ότι ό χαρακτήρας αυτός ελάχιστη σχέση έχει με τον κόσμο τον οποίο αντικρίζει, κατέχει όμως την ακατάβλητη ιδιότητα τόσο να τον αναταράξει όσο και να του επιβάλει την δικαιωματική (αυτό)τιμωρία του. Ο αθώος έχει μόλις εισβάλει σε έναν κόσμο ανέτοιμο να τον υποδεχτεί.
Αυτός ο κόσμος είναι του Tullio, της γυναίκας του Giuliana και όλων εκείνων που τους περιβάλλουν. Και είναι τόσο υπέροχος ο τρόπος με τον οποίο ο Visconti μας τους παρουσιάζει. Ευφυείς, σπουδαγμένοι, πολυταξιδεμένοι και πάντα γυαλισμένοι. Πρεσβύτεροι όλοι τους μιας κοινωνίας εχόντων και κατεχόντων. Ένας μεγαλοαστικός παράδεισος, μια πασαρέλα καλοντυμένων καλοφαγάδων και γυαλισμένων κυριών με ακριβά φορέματα και λευκά δαντελωτά γάντια. Άνθρωποι που αρέσκονται στο να ακούνε Mozart, Schubert και Liszt, πίνοντας παράλληλα ακριβά liqueurs και μυρίζοντας τα αρώματα των λουλουδιών. Φινετσάτοι όλοι τους, (αυτό)τοποθετούνται άνωθεν των πιο καθημερινών ανθρώπων, οι οποίοι βέβαια έχουν μάθει να αγνοούν την αψεγάδιαστη αυτή κοινωνία. Εσείς στον κόσμο σας και αφήστε εμάς στην ησυχία μας.
Φυσικά δεν τους ανήκει αυτός ο κόσμος αλλά αυτοί ανήκουν σε αυτόν, εξυπηρετώντας συμφέροντα και υπακούοντας σε κανόνες που οι ίδιοι έχουν θέσει. Μια «πνευματικά ελεύθερη» πραγματικότητα έτοιμη να ανταλλάξει ψυχή με νιότη, μια κοινωνία που όμως έχει μάθει να εκφράζεται με αυστηρούς επικοινωνιακούς κώδικες και γι αυτό φθονεί την χαμένη ελευθερία της. Διότι κάτω από την φαντεζί πολυτέλεια και την επιδεικνύουσα φινέτσα, τα λουσάτα φορέματα και τα λαμπερά κοσμήματα, αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν δέσμιοι των παθών και της αέναης αυτοεξορίας τους, ανήμποροι όχι να αντιδράσουν (αυτό το κάνουν με περίσσια άνεση) αλλά να κατανοήσουν και να παραδεχτούν τα οποιαδήποτε σφάλματά που τους βαραίνουν. Και τελικά να (αυτό)συγχωρεθούν.
Και μόνο στην είδηση του ερχομού του αθώου, οι ισορροπίες αυτού του κόσμου κλονίζονται. Διότι ο αθώος έχει την δυνατότητα να αναδεικνύει όλη την ομορφιά αλλά και όλη την ασχήμια αυτών με των οποίων έρχεται σε επαφή. Έλκει την τρυφερότητα αυτών που τον αγαπάνε και το μίσος αυτών που τον απεχθάνονται. Και τα δέχεται. Και τα μεγεθύνει. Ο αθώος αμφισβητεί και αμφισβητείται. Δεν κρίνει, έρχεται όμως αντιμέτωπος με όλους εκείνους που απειλεί να καταστρέψει με την παρουσία του και μόνο. Πρώτος και καλύτερος ο Tullio. Εγωιστής, φιλόδοξος, δεσποτικός, αυτός ο ερασιτέχνης ξιφομάχος που δεν έχει μάθει να χάνει, άθεος και περήφανος για τα πιστεύω του, έρχεται αντιμέτωπος πρώτα με τον αθώο και μετά με τον ίδιο τον αλαζονικό εαυτό του, ζώντας παράλληλα στα πρόθυρα της μεγαλύτερης ήττας της ζωής του. Κρίνει όμως και πράττει.
Λένε ότι τα παιδιά ανήκουν σε αυτόν που τα μεγαλώνει, τα συναισθήματα σε αυτόν που τα βιώνει και οι τιμωρίες σε αυτόν που τις αξίζει. Όμως δεκαέξι χρόνια πριν, ο Rocco είχε εξομολογηθεί στα αδέρφια του ότι δεν πίστευε στην δικαιοσύνη των ανθρώπων και μάλλον είχε δίκιο. Ο αθώος θα σηκώσει στις πλάτες του όλο το βάρος αυτού του κόσμου, θα κουβαλήσει τον σταυρό κάποιου άλλου και τελικά θα σταυρωθεί για αμαρτίες και λάθη που ποτέ δεν έκανε. Χωρίς αντίσταση και χωρίς διαμαρτυρία. Επιδεικνύει έτσι το μεγαλείο του και μας αποδεικνύει ότι τα ακατοίκητα (από συναισθήματα) σπίτια (άνθρωποι) φθείρονται πολύ πιο γρήγορα από αυτό που η φύση έχει ορίσει για όλους μας. Ακόμα και αν από έξω φαίνονται πεντακάθαρα και καλοδιατηρημένα.
Ο αθώος εκμεταλλεύεται την καλλιτεχνική έκφραση του δημιουργού Visconti για να μιλήσει για εκείνα που εθελοτυφλικά αγνοούμε και σαν αντάλλαγμα τού χαρίζει το ιδανικό φινάλε καριέρας, εξιδανικεύοντας – δικαίως – το πέσιμο μιας κινηματογραφικά βαρυσήμαντης αυλαίας. Καταδεικνύει την νοσηρότητα αλλά και την αλήθεια ενός δεοντολογικά ένοχου κόσμο και αποκωδικοποιώντας ένα μέρος της ανθρώπινης ψυχής και της αβύσσου που κρύβει μέσα της, καταφέρνει και εκθέτει άπαντες αμαρτωλούς, αποκαλύπτοντας την εξαιρετικά υπέρμετρη απόσταση που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και την από καιρό χαμένη μας αθωότητα. Κανένα συγχωροχάρτι πλέον…
Αυτός ο κόσμος είναι του Tullio, της γυναίκας του Giuliana και όλων εκείνων που τους περιβάλλουν. Και είναι τόσο υπέροχος ο τρόπος με τον οποίο ο Visconti μας τους παρουσιάζει. Ευφυείς, σπουδαγμένοι, πολυταξιδεμένοι και πάντα γυαλισμένοι. Πρεσβύτεροι όλοι τους μιας κοινωνίας εχόντων και κατεχόντων. Ένας μεγαλοαστικός παράδεισος, μια πασαρέλα καλοντυμένων καλοφαγάδων και γυαλισμένων κυριών με ακριβά φορέματα και λευκά δαντελωτά γάντια. Άνθρωποι που αρέσκονται στο να ακούνε Mozart, Schubert και Liszt, πίνοντας παράλληλα ακριβά liqueurs και μυρίζοντας τα αρώματα των λουλουδιών. Φινετσάτοι όλοι τους, (αυτό)τοποθετούνται άνωθεν των πιο καθημερινών ανθρώπων, οι οποίοι βέβαια έχουν μάθει να αγνοούν την αψεγάδιαστη αυτή κοινωνία. Εσείς στον κόσμο σας και αφήστε εμάς στην ησυχία μας.
Φυσικά δεν τους ανήκει αυτός ο κόσμος αλλά αυτοί ανήκουν σε αυτόν, εξυπηρετώντας συμφέροντα και υπακούοντας σε κανόνες που οι ίδιοι έχουν θέσει. Μια «πνευματικά ελεύθερη» πραγματικότητα έτοιμη να ανταλλάξει ψυχή με νιότη, μια κοινωνία που όμως έχει μάθει να εκφράζεται με αυστηρούς επικοινωνιακούς κώδικες και γι αυτό φθονεί την χαμένη ελευθερία της. Διότι κάτω από την φαντεζί πολυτέλεια και την επιδεικνύουσα φινέτσα, τα λουσάτα φορέματα και τα λαμπερά κοσμήματα, αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν δέσμιοι των παθών και της αέναης αυτοεξορίας τους, ανήμποροι όχι να αντιδράσουν (αυτό το κάνουν με περίσσια άνεση) αλλά να κατανοήσουν και να παραδεχτούν τα οποιαδήποτε σφάλματά που τους βαραίνουν. Και τελικά να (αυτό)συγχωρεθούν.
Και μόνο στην είδηση του ερχομού του αθώου, οι ισορροπίες αυτού του κόσμου κλονίζονται. Διότι ο αθώος έχει την δυνατότητα να αναδεικνύει όλη την ομορφιά αλλά και όλη την ασχήμια αυτών με των οποίων έρχεται σε επαφή. Έλκει την τρυφερότητα αυτών που τον αγαπάνε και το μίσος αυτών που τον απεχθάνονται. Και τα δέχεται. Και τα μεγεθύνει. Ο αθώος αμφισβητεί και αμφισβητείται. Δεν κρίνει, έρχεται όμως αντιμέτωπος με όλους εκείνους που απειλεί να καταστρέψει με την παρουσία του και μόνο. Πρώτος και καλύτερος ο Tullio. Εγωιστής, φιλόδοξος, δεσποτικός, αυτός ο ερασιτέχνης ξιφομάχος που δεν έχει μάθει να χάνει, άθεος και περήφανος για τα πιστεύω του, έρχεται αντιμέτωπος πρώτα με τον αθώο και μετά με τον ίδιο τον αλαζονικό εαυτό του, ζώντας παράλληλα στα πρόθυρα της μεγαλύτερης ήττας της ζωής του. Κρίνει όμως και πράττει.
Λένε ότι τα παιδιά ανήκουν σε αυτόν που τα μεγαλώνει, τα συναισθήματα σε αυτόν που τα βιώνει και οι τιμωρίες σε αυτόν που τις αξίζει. Όμως δεκαέξι χρόνια πριν, ο Rocco είχε εξομολογηθεί στα αδέρφια του ότι δεν πίστευε στην δικαιοσύνη των ανθρώπων και μάλλον είχε δίκιο. Ο αθώος θα σηκώσει στις πλάτες του όλο το βάρος αυτού του κόσμου, θα κουβαλήσει τον σταυρό κάποιου άλλου και τελικά θα σταυρωθεί για αμαρτίες και λάθη που ποτέ δεν έκανε. Χωρίς αντίσταση και χωρίς διαμαρτυρία. Επιδεικνύει έτσι το μεγαλείο του και μας αποδεικνύει ότι τα ακατοίκητα (από συναισθήματα) σπίτια (άνθρωποι) φθείρονται πολύ πιο γρήγορα από αυτό που η φύση έχει ορίσει για όλους μας. Ακόμα και αν από έξω φαίνονται πεντακάθαρα και καλοδιατηρημένα.
Ο αθώος εκμεταλλεύεται την καλλιτεχνική έκφραση του δημιουργού Visconti για να μιλήσει για εκείνα που εθελοτυφλικά αγνοούμε και σαν αντάλλαγμα τού χαρίζει το ιδανικό φινάλε καριέρας, εξιδανικεύοντας – δικαίως – το πέσιμο μιας κινηματογραφικά βαρυσήμαντης αυλαίας. Καταδεικνύει την νοσηρότητα αλλά και την αλήθεια ενός δεοντολογικά ένοχου κόσμο και αποκωδικοποιώντας ένα μέρος της ανθρώπινης ψυχής και της αβύσσου που κρύβει μέσα της, καταφέρνει και εκθέτει άπαντες αμαρτωλούς, αποκαλύπτοντας την εξαιρετικά υπέρμετρη απόσταση που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και την από καιρό χαμένη μας αθωότητα. Κανένα συγχωροχάρτι πλέον…
Chris Zafeiriadis
2 σχόλια:
Πολυ σημαντικη ταινια, το κυκνειο ασμα και μεσα στις καλυτερες του μεγα Luchino Visconti.
Και επισης, πολυ ωραιο post φιλε Chris!
Βαρυσήμαντο(ς) από πολλές πλευρές. Και ας το(ν) αναγνωρίζουν ελάχιστοι σήμερα..
Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια φίλε Mike...
Δημοσίευση σχολίου