“Thank you for the movie today. It was a gift.”
- Hugo’s Isabelle
Στα μάτια του μικροκαμωμένου Hugo Cabret θα
αναγνωρίσεις μια εύθραυστη σιωπή έτοιμη να εκραγεί. Μια σιωπή η οποία σπάει την
στιγμή της προσωπικής εξομολόγησης, μαρτυρώντας αλήθειες που μένουν ακατανόητες
και ερωτήματα που μένουν για πάντα αναπάντητα. Το μικρό αγόρι που έβλεπε τα τρένα
να περνούν χωρίς να νιώσει ούτε για μια στιγμή την ανάγκη να ανέβει σε κάποιο
από αυτά, θα μαρτυρήσει το πάθος του για τις εικόνες, δίνοντας την ευκαιρία
στον Scorsese να μαρτυρήσει με την σειρά του ένα ανάλογο πάθος για το όνειρο. Ένα όνειρο που δεν
σταματά ποτέ να αναπνέει, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση του άλλου ρομαντικού
ονειροπόλου της εποχής (και του σινεμά) μας, Woody Allen. Τον λόγο που και οι δύο ταυτόχρονα επέλεξαν να κάνουν την
εξομολόγησή τους στους διάσημους δρόμους του πολύχρωμου Παρισιού δεν τον
γνωρίζω, γνωρίζω όμως ότι η γαλλική αυτή πόλη έχει την δύναμη να ρίξει τις
αχτίδες του απέραντου φωτός της στα πιο παθιασμένα και προσωπικά συναισθήματα
των ανθρώπων (της).
Από τους μεταλλικούς ήχους του σιδηροδρομικού σταθμού μέχρι
το λυτρωτικά μαγικό χειροκρότημα του φινάλε, το Hugo είναι γεμάτο από το ανεξάλειπτο
πάθος του δημιουργού του για τις εικόνες. Εικόνες που σαν καλοκουρδισμένα
ρολόγια, ταξιδεύουν από την εποχή που ζούμε, πίσω στα χρόνια που γεννήθηκε το
σινεμά και από εκεί αφήνονται ελεύθερες στα πέρατα του σύμπαντος, αναζητώντας
την περιπέτεια. Εικόνες που κινούνται γεμάτες αυθορμητισμό, έρχονται με φόρα
προς το μέρος μας, διαπερνούν τα μάτια και καρφώνονται για πάντα στο μυαλό,
όπως ακριβώς και ο ασπρόμαυρος πύραυλος στην πασίγνωστη ταινία του Méliès. Οι ίδιες εικόνες που έχουν την δύναμη να φτάσουν σε εκείνους
που τις αναζητούν, βγαλμένες από έναν κόσμο που πολλές φορές μπορεί να μην
είναι αληθινός, είναι όμως ολόκληρος δικός τους. Και αν κάποιες απ’ αυτές δεν
μπορούν να γίνουν πραγματικότητα, τότε γίνονται τέχνη.
Θυμάμαι παλιότερα που έλεγαν ότι η τέχνη τρέφει τα όνειρα
και εκείνα τους ανθρώπους. Και ξέρεις, τα όνειρα δεν χωράνε ούτε σε δύο, ούτε
σε τρεις διστάσεις. Ούτε απειλούνται από τον φθοροποιό χρόνο που θέλει τα πάντα
να πεθαίνουν. Μονάχα ενισχύονται, μέχρι να έρθει η στιγμή να πραγματοποιηθούν,
αλλιώς δεν θα έπρεπε να λέγονται όνειρα. Το Hugo μοιάζει να είναι το από καρδιάς δώρο
ενός αμετανόητου κινηματογραφόφιλου προς όλους τους υπόλοιπους. Και μεταξύ μας,
αν δεν σου αρέσει αυτή η ταινία, τότε λάθος άνθρωπο διαβάζεις. Διότι το Hugo είναι
φτιαγμένο ώστε να το αισθάνεσαι σε κάθε σκέψη που περνάει απ’ το μυαλό σου, σε
κάθε χτύπο που αφήνει η καρδιά σου και σε κάθε δάκρυ που κυλάει στο μαγεμένο
πρόσωπό σου. Είναι από εκείνες τις
ταινίες που δεν έχουν μόνο την δύναμη να αποθανατίσουν τα όνειρα, αλλά και να
τα πραγματοποιήσουν.
Chris Zafeiriadis