Ο Τυραννόσαυρος ξεκινάει με έναν θάνατο. Ένας άντρας αποχαιρετά τον πιο πιστό, τετράποδο φίλο του, θάβοντάς τον στην αυλή που κάποτε ένιωσε σαν στο σπίτι του και στη συνέχεια μένει μόνος να κουβαλά το βάρος της ανάμνησης. Αποχαιρετά το μοναδικό ίσως πλάσμα που κατάφερε να (τον) αγαπήσει, μέσα σε ένα κόσμο λουσμένο στο θυμό και την απογοήτευση των κατοίκων του. Θυμό και απογοήτευση που γεννοβολούν το θάνατο, προκαλώντας παράλληλα θλίψη και οργή για έναν τόπο στον οποίο έτυχε να ανήκουμε όλοι, χωρίς σύνορα και χωρίς γεωγραφικούς προσδιορισμούς. Κάπου εκεί, συνειδητοποιείς ότι αυτός άντρας έχει από καιρό αποχαιρετήσει την πίστη του, άκρατο σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής η οποία πενθεί χωρίς να το καταλαβαίνει, πλημυρισμένη από ανθρώπους που είτε ξέχασαν να αγαπήσουν τους εαυτούς τους, είτε τους αγάπησαν περισσότερο από όσο το άξιζαν.
Η ταινία του Considine (με το συναισθηματικό βάρος ενός ...τυραννόσαυρου) μιλάει για τον άνθρωπο με τις πιο αδυσώπητες αλήθειες. Τον άνθρωπο που εγκλωβισμένος σε ένα ζοφερό παρόν, πιο εύκολα καταστρέφει απ’ ό,τι δημιουργεί, πιο εύκολα θυμώνει απ’ ό,τι χαμογελάει, πιο εύκολα απογοητεύεται απ’ ό,τι προσπαθεί. Και τελικά, πιο εύκολα απεχθάνεται απ’ ό,τι καταφέρνει να αγαπήσει. Θαρρείς και η αγάπη έχει εκλείψει απ’ το σήμερα, θαρρείς ότι κοντοστάθηκε στο χτες, αδυνατώντας να ρίξει το βλέμμα της σε εκείνους που το έχουνε ανάγκη. Εκείνους τους ψυχογραφημένα ευάλωτους που έχασαν τον δρόμο τους χωρίς να το καταλάβουν, που νιώθουνε την θλίψη χωρίς να το συνειδητοποιούν.
Ο Joseph και η Hannah (με το θρησκευτικό αντίκτυπο των ονομάτων τους) έχουν από καιρό χάσει τον δρόμο τους, περικυκλωμένοι από ανθρώπους που δεν ζήτησαν ποτέ. Ανθρώπους που τους περιβάλλουν σαν τύραννοι, χαμένοι και αυτοί σε ένα σάπιο τόπο που τους ανήκει ολοσχερώς. Ανθρώπους που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν, σαν συναισθηματικοί ναυαγοί που ζητούν βοήθεια από τον Θεό, αναζητώντας μια συγχώρεση που δεν τους δόθηκε ποτέ. Αλήθεια όμως, πότε ήταν η τελευταία φορά που βοήθησε κάποιον ο Επουράνιος Πατέρας; Πότε ήταν η τελευταία φορά που μας έλουσε στο φως, φωτίζοντας παράλληλα το σκοτάδι που μας περιβάλλει όλους; Ο Θεός δεν αγγίζει, δεν παίρνει θέση και δε βοηθά ποτέ κανέναν, μονάχα παρατηρεί περιμένοντας να αλλάξουμε ρότα, να βρούμε τη δύναμη να προχωρήσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Τα θαύματα που είχαμε στη διάθεσή μας, νομίζω τα έχουμε εξαντλήσει προ πολλού. Παρόλα αυτά, ο παράδεισος δεν έχει χαθεί.
Διότι στη ζωή που μας έτυχε δεν υπάρχει καλός η κακός άνθρωπος, υπάρχει μόνο ο τρόπος που διαχειρίζεσαι τα συναισθήματά σου. Όπως δεν υπάρχει εξυπνάδα ή αφέλεια, υπάρχει ο τρόπος που διαχειρίζεσαι το μυαλό σου. Ίσως ακόμα να μην υπάρχει θεός ή διάβολος αλλά ο τρόπος που χωρίς φειδώ διαχειρίζεσαι τις προσευχές σου. Μέσα σε όλα αυτά έρχεται για όλους η στιγμή που πρέπει να αμφισβητήσουμε τις πεποιθήσεις μας, αμφισβητώντας παράλληλα τις μέχρι τώρα επιλογές μας. Ίσως τότε καταφέρουμε να αποδεσμευτούμε από τα αόρατα δεσμά που μας κρατούν αιχμάλωτους, ίσως τότε καταφέρουν να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλο στα μάτια, λυτρωμένοι και ελεύθεροι, ο καθένας από εμάς ηγέτης στη δική του Εδέμ.
Chris Zafeiriadis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου