Στην πορεία που διαγράφει η ζωή χωρίς να το αντιληφθούμε,
υπάρχουν στιγμές που μέσα τους ζωντανεύει η προσδοκία της απόδρασης, μια
αχαλίνωτη επιθυμία να διαφύγουμε από τις αποφάσεις τις οποίες πήραμε και με τον
ένα ή με τον άλλο τρόπο, μας κρατάνε δεσμευμένους σε μια καθημερινότητα που
γίνεται αβάσταχτη. Είναι η στιγμή, λίγο πριν γνωρίσεις ξανά τα όριά σου, όπου
θα εμφανιστεί απρόσμενα μια περιπετειώδης ευκαιρία και εσύ την αρπάζεις,
ελπίζοντας μονάχα να σε βγάλει κάπου διαφορετικά. Τις περισσότερες φορές ο
φόβος του άγνωστου και η απώλεια της βεβαιότητας επιστρέφουν τον εγωισμό σου
πίσω στις αβάσταχτες συνήθειές του. Υπάρχουν όμως και φορές όπου η επιθυμία της
απόδρασης είναι τόσο ισχυρή που σου χαρίζει απλόχερα το εισιτήριο για ένα
ταξίδι προς το άγνωστο που ονειρεύτηκες. Το Wake in Fright είναι μια ιδρωμένη ταινία γι’ αυτό ακριβώς το ταξίδι.
Εγκλωβισμένος στην απέραντη μοναχικότητα μιας ηλιοκαμένης
και απομονωμένης Αυστραλιανής κωμόπολης, ένας νεαρός δάσκαλος επιχειρεί να
αποδράσει από την τελματώδη καθημερινότητα που τον εξουσιάζει, προσπαθώντας να
περάσει την άδειά του αναζητώντας κάτι το διαφορετικό. Αναζητά την ευκαιρία της
απόδρασης και όταν αυτή εμφανιστεί μπροστά του την αρπάζει, μέσα από την σκόνη
που βαραίνει την ιδέα του πολιτισμού, βαραίνοντας παράλληλα τα πάθη των ανθρώπων.
Αυτό που τελικά ανακαλύπτει είναι ένας αχόρταγος και βάρβαρος κόσμος, ακριβώς
δίπλα στο πολιτισμένο Σύδνεϋ, αρκετά μακριά όμως από τις αξίες του ίδιου του πολιτισμού.
Ένας ανδροκρατούμενος κόσμος ακόρεστου αλκοολισμού και ακατάπαυστης βιαιότητας,
ικανός να παρασύρει, να χειραγωγήσει και τελικά να οδηγήσει στον ευτελισμό,
όσους αδυνατούν να τον κατανοήσουν, άρα και να ασπαστούν τον νιχιλισμό των
αξιών του.
Όσο η ταινία του Kotcheff στέκεται κάτω από τον (α)φιλόξενο
φως του Αυστραλιανού ήλιου, τόσο χάνεται βαθιά μέσα στο σκοτάδι που κατοικεί
στη ζωή αποπροσανατολισμένων και αλαζόνων ανθρώπων. Ανθρώπων που περνάνε (ή
καλύτερα, σπαταλάνε) τον χρόνο που τους δόθηκε σε ακατάπαυστες στιγμές
κατανάλωσης μπίρας, μάταιου τζόγου και ανώφελου κυνηγιού ελεύθερων ζώων (σε μια
σκηνή όπου καγκουρό θανατώνονται και σου σπαράζει την καρδιά). Έτσι ο νεαρός
δάσκαλος βυθίζεται όλο και βαθύτερα μέσα σε ένα χάος, πρώτα πολιτιστικό και στη
συνέχεια ψυχολογικό. Ένα χάος που βασιλεύσει, εξουσιάζοντας τις επιθυμίες,
μετατρέποντας τον άνθρωπο από αξιοπρεπή και αθόρυβο πασιφιστή σε ασυγκράτητο και
ανεξέλεγκτο βιαστή ο οποίος δεν έχει
τίποτα να χάσει, άρα και τίποτα να ελπίζει. Η ταινία του Kotcheff καταγράφει ακριβώς αυτήν
τη διαδρομή, διαγράφοντας μια γεωμετρική κάθοδο προς την κόλαση του ανθρώπινου εγωισμού.
Παρουσιάζοντας παράλληλα μια υπέροχη κατάδυση της
καλλιεργημένης συνείδησης στην ερημιά
της ψυχικής (μας) αποκτήνωσης.
Chris Zafeiriadis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου