Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

The Amazing Spider-Man (2012)



Ο Αραχνάνθρωπος του Raimi ήταν μια καλογυαλισμένη σειρά ταινιών που όμως αν την κοιτάξεις από κοντά μοιάζει να νοσεί. Ίσως γιατί η καρδιά του δημιουργού της είναι ταγμένη αλλού, ίσως γιατί η απαιτούμενη εμπορικότητα (o Spiderman έχει πουλήσει περισσότερα comics, περισσότερα παιχνίδια και περισσότερες λαμπάδες από οποιονδήποτε άλλο ήρωα της Marvel) δε συνάδει με τη μουχλιασμένη προσωπικότητα που κρύβει μέσα του ο Raimi. Όπως και να έχει, ο Spiderman έπρεπε να ισοσταθμίσει τη φήμη του με τα εισιτήρια αλλά και την ποιότητα των ταινιών του με αυτούς που τις απολαμβάνουν. Στο πρόσωπο του Marc Webb οι παραγωγοί αναγνωρίζουν ένα σκηνοθέτη ικανό να αφουγκραστεί τις ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες των νέων, που μεταξύ μας, είναι και αυτοί που μπορούν να κατακλύσουν τις αίθουσες των multiplex και όχι μόνο. Η προ τριετίας Summer στέκει ακόμα αγέρωχη.

Όλα τα παραπάνω αφορούν τη φιλολογία πριν την ταινία. Το ‘μετά’ όμως είναι που μετράει περισσότερο και το αποτέλεσμα στην προκειμένη περίπτωση δικαιώνει ένα κομμάτι της σκέψης των παραγωγών. Ο Spiderman του Webb μπορεί να υστερεί σε αυθορμητισμό και να μοιάζει περισσότερο στημένος από όσο θα έπρεπε, δεν υστερεί όμως σε χαρακτήρα. Ένα χαρακτήρα που καλώς παρουσιάζεται ευάλωτος και ανήσυχος, κακώς όμως εξωτερικεύει χαμόγελα και χιουμοριστικά σφηνάκια σε στιγμές που δεν χρειάζονται, ένα χαρακτήρα εξαιρετικά ανθρώπινο ο οποίος καρδιοχτυπά και γίνεται ακόμα πιο απίθανος (γι’ αυτό ίσως και η προσθήκη του “Amazing” στον τίτλο – αντίθετα με το φετινό Total Recall που έμεινε ανεξέλικτο) χωρίς να χρειάζεται τόνους ειδικών εφέ και εκρηκτικών υλών, όπως στις περισσότερες ταινίες του είδους.

Μια γρήγορη σκέψη θα ήθελε τον Webb να οδηγεί το Social Network προς άλλες κατευθύνσεις από αυτή του Fincher (δημιουργώντας μια τελείως διαφορετική ταινία), αλλά επειδή το ταξίδι σε παράλληλα σύμπαντα δεν έχει ακόμα ανακαλυφθεί, οι υπογραφές για το sequel του Amazing Spiderman έχουν ήδη πέσει. Μια νέα κατά-αναλώσιμη σειρά μοιάζει να υφαίνεται, ικανή να ευχαριστήσει, όχι όμως και να εξελίξει τους blockbusterάδες, ικανή να συντηρήσει τους σινεφίλ, όχι όμως να γεννοβολήσει καινούριους. Το ερώτημα που αναπόδραστα όμως γεννάται είναι κατά πόσο την έχουμε ανάγκη.

Chris Zafeiriadis

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

The Best of 2011-2012. Οι καλύτερες ταινίες της σεζόν.

Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, η συγκεκριμένη λίστα έρχεται με καθυστέρηση. Καθυστέρηση η οποία οφείλεται στο χρόνο που χρειάζεται για να καλυφθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο εύρος επιλογών και προσωπικών αδυναμιών. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την ανάλογη περσινή ανάρτηση έφερε αρκετές ταινίες, πολλές από τις οποίες δύσκολα θα ξεχαστούν, ενώ άλλες το έχουν ήδη καταφέρει. Η παρακάτω λίστα αφορά ταινίες που προβλήθηκαν στις ελληνικές αίθουσες από τέλη Αυγούστου ‘11 μέχρι τέλη Αυγούστου ’12 και συγκροτήθηκε με πόνο για αυτές που έμειναν εκτός αλλά και χαρά για εκείνες που τελικά τα κατάφεραν. Όπως πάντα η σειρά είναι (σχεδόν) τυχαία. Αλλά, για μια στιγμή, που εξαφανίστηκαν οι ελληνικές παραγωγές;;


20.  Le Havre - Aki Kaurismäki


Όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά το «μικρό» Λιμάνι της Χάβρης ο ενθουσιασμός μου ήταν μετριασμένος. Τα έντονα χρώματα και οι χαμογελαστοί πρωταγωνιστές τού Φινλανδού δημιουργού μπορεί να αφιερώθηκαν στα βλέμματα ολόκληρου του κόσμου αλλά δεν ήξερα αν αυτό ήταν αρκετό για να τους χαρίσει την αθανασία. Όμως καμιά φορά συνειδητοποιείς ότι η μόνη αλήθεια που μπορούμε να πιστέψουμε είναι αυτή που έχουμε ανάγκη. Έτσι η αισιοδοξία του παραμυθιού που κρύβεται κάτω από δράμα μεταμορφώνεται σε πραγματικότητα, την στιγμή που ανθίζει η αμυγδαλιά του δικού μας κήπου. 

19. The Guard - John Michael McDonagh


Το Guard μοιάζει να είναι μια μικρή ταινία για έναν μεγάλο άντρα. Στο πρόσωπο και την συμπεριφορά του Gerry κρύβεται ένας ήρωας που δεν έχει ακόμα επαληθεύσει την αξία του, ένας άνθρωπος που δεν έχει ακόμα αποδείξει την ανθρωπιά του. Μέχρι τη σκηνή του φινάλε όπου αρπάζει την ευκαιρία για να  αποκαλύψει στον κόσμο τον αληθινό του εαυτό και στη συνέχεια χάνεται χωρίς ίχνη στο βαθύ μπλε του απέραντου ωκεανού, αφήνοντας την μελαγχολία της καθημερινότητας για εμάς τους υπόλοιπους που μένουμε πίσω. Υπέροχο, έτσι;

18. Bir zamanlar Anadolu'da (Upon a Time In Anatolia) - Nuri Bilge Ceylan


Κινούμενο ανάμεσα στα απέραντα λιβάδια της Ανατολίας και παρακινούμενο από την ανάγκη ευρέσεως ενός άψυχου σώματος, ένα καραβάνι αντρών καλείται να ανακαλύψει μια αδιευκρίνιστη αλήθεια. Μια αλήθεια που δεν θέλει να φανερωθεί, δεν θέλει ούτε για μια στιγμή να προσδιοριστεί, θέλει όμως να βασανίσει έναν έναν τους συμμετέχοντες σε αυτή την αναζήτηση. Μέσα στα υπέροχα πλάνα του Τούρκου σκηνοθέτη, η σκέψη χάνει την λογική και η κατανόηση απομακρύνεται από την πραγματικότητα, συνθέτοντας παράλληλα μια από τις ομορφότερες ταινίες της φετινής χρονιάς.   

17. The Descendants - Alexander Payne


Ο Payne επιλέγει να λούσει τους αποπροσανατολισμένους του Απόγονους με χαβανέζική μουσική και την αύρα του Ειρηνικού Ωκεανού να απλώνεται σαν αγκαλιά γύρω από τους πρωταγωνιστές του. Την ίδια αύρα που είναι λουσμένη και η τραγωδία, μέσω της οποίας ο Mat και οι δύο του κόρες ανακαλύπτουν τον καινούριο τους εαυτό και καταλήγουν σαν σύνολο πλέον να γράφουν την δική τους ιστορία. Με την αξιοπρέπεια των ελαττωμάτων τους και την ειλικρίνεια στα βλέμματά τους να απλώνονται σε κάθε καρέ της ταινίας. 

16. The Artist - Michel Hazanavicius


Η μαγεία της Έβδομης Τέχνης κρύβεται στην απλότητά της. Δεν χρειάζονται εκκωφαντικές ορθοφωνίες,  εντυπωσιακά τεχνάσματα και τεχνολογικά επιτεύγματα για να μαγέψεις το κοινό, μοναχά μια ευανάγνωστη ιστορία και έναν άνθρωπο να σου διηγηθεί την δική του αλήθεια. Ο Αρτίστας μπορεί να μη διαθέτει πολυλογάδες ηθοποιούς και πολύχρωμους διαλόγους, διαθέτει όμως τους σιωπηλούς ήχους μιας άλλης εποχής, μιας εποχής όπου οι θεμελιώδεις μηχανισμοί την τέχνης που αγαπάμε γοήτεψαν το κοινό, προσφέροντας απλόχερα τη μαγεία και τη νοσταλγία στους ανθρώπους κάθε εποχής. Μια νοσταλγία που πλημμυρίζει και τα 24 καρέ, κάθε δευτερολέπτου που περνάνε μπροστά από τα μάτια μας. 

15. Jodaeiye Nader az Simin (A Separation) - Asghar Farhadi


Ταξικός ανταγωνισμός, ηθική σύγκρουση και θρησκευτική ρήξη είναι μόνο λίγα από τα συστατικά της ταινίας του Farhadi, μιας ταινίας που κάθε φορά που έρχεσαι αντιμέτωπος μαζί της ανακαλύπτεις και ένα νέο χωρισμό, ένα νέο θάνατο και μια νέα αρχή. Στο επίκεντρο δεν βρίσκεται (μόνο) το Ιράν αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος που ως θεατής καλείται να συγκρατήσει μέσα του την ταινία, ώρες μετά την (κάθε) προβολή. 

14. Take Shelter - Jeff Nichols


Μπορείς να βασανίζεσαι για μια στιγμή ή ακόμα και για μια ζωή, όμως ο τρόμος και στις δύο περιπτώσεις είναι πάντοτε ο ίδιος και απόλυτα προσωπικός. Αυτό που σε κάνει να φοβάσαι βρίσκεται εκεί έξω και πλησιάζει όλο και περισσότερο. Μπορείς να επιλέξεις ελεύθερα την μορφή που θα του δώσεις όπως επίσης και τον τρόπο που θα διαμορφώσεις το δικό σου καταφύγιο. Μην περιμένεις όμως εύκολες λύσεις, ούτε απαντήσεις. Βάλε το μυαλό σου να σκεφτεί και ακολούθησε τον δικό σου δρόμο. Μέχρι τέλους. 

13. Elena - Andrei Zvyagintsev


Στην Elena αντανακλάται όλη η ηθική και ιδεολογική κρίση ενός φθίνοντος πολιτισμού χωρίς γεωγραφικά όρια. Με ολοζώντανους χαρακτήρες που κυκλοφορούν ακριβώς δίπλα από εμάς, αργοσαλεύοντας ανάμεσα στην φθορά και την κακεντρέχεια, όχι γιατί το επέλεξαν αλλά γιατί έτσι διδάχτηκαν. Δεν είναι όμως αυτή η καταγραφή που κάνει την ταινία σημαντική. Είναι η αποπνέουσα οικειότητα της εγκληματικής αμαρτίας και η εμφανής εξοικείωση ολόκληρου του δυτικού (μας) κόσμου με αυτό το μοτίβο σκέψεων και πράξεων, γεγονός που μετατρέπει την ιστορία σε παράλληλο και ολοζώντανο, έρπον θρίλερ, έτοιμο να καταπιεί χωρίς φειδώ τους περισσότερους από εμάς. 

12.  Post Mortem - Pablo Larraín


Στη Χιλή του 1975, εν μέσω πραξικοπηματικής πραγματικότητας και νεκροψιακού συμβολισμού, ο Pablo Larraín (δύο χρόνια μετά τον εξαιρετικό Tony Manero) συνθέτει το πορτραίτο μιας καταπιεσμένης κοινωνίας που το μόνο που θέλει είναι να ζήσει ελεύθερη, γράφοντας την δική της ιστορία. Στο επίκεντρο της αλληγορίας, ένας γραφιάς του νεκροτομείου ερωτεύεται μια χορεύτρια του καμπαρέ σε έναν έρωτα χωρίς αντίκρισμα που όμως έχει τη δύναμη να πυροδοτήσει την επικείμενη αλλαγή. Έστω και με καθυστέρηση, όπως και η προβολή της ταινίας στη χώρα μας.

11.  Drive - Nicolas Winding Refn


Σιωπηλά βυθισμένο στη neon μελαγχολία όσων δικαιούμασταν από την ζωή αλλά δεν μας «έτυχαν» ακόμα, το Drive αφιερώνεται εξ’ ολοκλήρου στον νεαρό πρωταγωνιστή του και όλα όσα αυτός δεν κατάφερε να κατακτήσει μέχρι τώρα.  Από τις σοφής λιτότητας σκηνές ενστικτώδους βίας μέχρι τις slow motion ερωτικές ματιές (βγαλμένες κατευθείαν από το σινεμά του Wong Kar-wai), η ταινία οδηγεί τον ήρωα στην λυτρωτική πραγματοποίηση του ονείρου, δίνοντάς του την δυνατότητα, έστω και αν δεν τον αναγνωρίσει ποτέ κανείς, να οδηγεί πλέον με το δικό του πρόσωπο, μεταμορφωμένος από απρόσωπος κομπάρσος σε πρωταγωνιστή μιας ταλαιπωρημένης Πόλης γεμάτη ανώνυμους Αγγέλους.

10. Melancholia - Lars von Trier


Υπάρχουμε για μια στιγμή ενώ πιστεύουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα. Ζούμε σε ένα εύθραυστο κόσμο ενώ θεωρούμε τη συνέχειά του δεδομένη. Βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο στην ανικανότητα ενώ διαλαλούμε συνεχώς ότι πράττουμε τα μέγιστα. Αν προσπαθούσε ο Trier να φιλοσοφήσει τα παραπάνω ο στόχος θα ήταν μακριά. Αντίθετα, επιλέγει να επικεντρωθεί στην ανθρώπινη αδυναμία και την περιρρέουσα μελαγχολία στο βλέμμα ενός εξωτερικού παρατηρητή. Με ένα φινάλε που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχαστεί. 

9.  We Need to Talk About Kevin - Lynne Ramsay


Αν κάπου πρέπει να στρέψεις την προσοχή σου είναι στον τρόπο με τον οποίο ο Kevin βλέπει και αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του. Δεν μπορεί να μισήσει, δεν μπορεί να αγαπήσει, δεν μπορεί και να νοιαστεί. Μπορεί όμως να καταστρέψει, να πολεμήσει την φωτιά με την φωτιά και να αναδείξει την καμουφλαρισμένη νόσο που μαστίζει τους ανθρώπους της εποχή μας. Μετά από αυτό, ανατρέχεις στις προηγούμενες δουλειές της Lynne Ramsay και ανακαλύπτεις μια καινούρια αγαπημένη δημιουργό. 

8.  Albert Nobbs - Rodrigo García


Τον Albert Nobbs θα τον κοιτάξεις στα μάτια και θα τον αναγνωρίσεις ως έναν από τους πιο ιδιαίτερους και μοναχικούς χαρακτήρες που έκαναν την εμφάνισή τους στη μεγάλη οθόνη. Ανάμεσα στην σιωπηρή μοναξιά και την περιρρέουσα μελαγχολία των πλάνων, θα θυμηθείς μερικούς μόνο από τους λόγους που ταυτίστηκες με τον προ διετίας Αμερικάνο, συνειδητοποιώντας ότι όπως και τότε έτσι κι εδώ, ελάχιστοι είναι εκείνοι που θα εκτιμήσουν, θα συνομιλήσουν και τελικά θα βυθιστούν στους απέραντους ωκεανούς μοναξιάς που κατοικούν στα αλγεινά μάτια τού πρωταγωνιστή του.

7. The Girl With the Dragon Tattoo - David Fincher


Το αμερικάνικο Κορίτσι με το Τατουάζ στέκεται μερικά σκαλοπάτια ψηλότερα του Σουηδικού. Όχι γιατί το τατουάζ του είναι πιο όμορφα χτυπημένο αλλά γιατί μέσα από την υπόθεση του άγνωστου δολοφόνου αναβλύζει η ανάγκη μιας ολόκληρης γενιάς να αποκτήσει ξανά την ταυτότητα που έχει από καιρό απολέσει χωρίς να το καταλάβει. Ένα νέο κινηματογραφικό icon μόλις γεννήθηκε και ο Fincher προσθέτει μια ακόμα αριστουργηματική ταινία στην έτσι κι αλλιώς αψεγάδιαστη φιλμογραφία του.   

6.  Shame - Steve McQueen


Την πρώτη φορά που αντίκρισα το δράμα του Brandon δεν κατάφερε να με αγγίξει. Ή τουλάχιστον έτσι πίστεψα. Τις μέρες που ακολούθησαν όμως, συνειδητοποίησα ότι είχε καρφωθεί στη σκέψη μου. Σίγα σιγά κατάλαβα ότι αυτή η ταινία, παρόλη την ομαλή και ανώμαλη σεξουαλικότητά της, εσωκλείει μέσα της ολόκληρη την καλογυαλισμένη αστική αποξένωση που μοιάζει να γίνεται ο τελευταίος φίλος που θα κάνεις. Δεν ξέρω αν θα το αντιληφθείς αμέσως ή την στιγμή της προσωπικής σου εξομολόγησης, αλλά ταινίες σαν το Shame χαράσσουν τη δική τους ρότα στις επικείμενες επιλογές σου. 

5. Tinker Taylor Soldier Spy - Tomas Alfredson


Μπορείς να παρακολουθήσεις την ταινία του Alfredson αλλά στο τέλος το μόνο που θα έχεις εισπράξει είναι η ανάγκη για μια ακόμα προβολή. Ούτε όμως και η δεύτερη θα είναι αρκετή. Διότι ο το διάσημο βιβλίο του John le Carré μετατρέπεται σε ένα ιδιοφυές λαβύρινθο για την μεγάλη οθόνη, μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο τον μύθο και αφήνοντας συνεχώς καινούρια ερωτήματα και ερωτηματικά. Η μελαγχολία, η συνωμοσία, ο φόβος της μοναξιάς και τελικά η ίδια η μοναξιά δεν συντελούν απλά έναν κινηματογραφικό γρίφο αλλά την αρτιότερη και απολαυστικότερη ίσως ταινία των τελευταίων χρόνων. 

4. Hugo - Martin Scorsese


Λένε ότι η τέχνη τρέφει τα όνειρα και εκείνα τους ανθρώπους. Στα μάτια του μικροκαμωμένου Hugo Cabret θα αναγνωρίσεις μια εύθραυστη σιωπή η οποία μαρτυρά το πάθος για το όνειρο. Ένα όνειρο που άλλοτε αφιερώνεται στην οικογένεια και άλλοτε στις ίδιες τις εικόνες που το κατακλύζουν. Και τότε συνειδητοποιείς ότι το Hugo είναι φτιαγμένο ώστε να το αισθάνεσαι σε κάθε σκέψη που περνάει απ’ το μυαλό σου, σε κάθε χτύπο που αφήνει η καρδιά σου και σε κάθε δάκρυ που κυλάει στο μαγεμένο πρόσωπό σου. Διότι το Hugo είναι από εκείνες τις ταινίες που δεν έχουν μόνο την δύναμη να απαθανατίσουν το (κάθε) όνειρο, αλλά και να το πραγματοποιήσουν.

3. Tyrannosaur - Paddy Considine


Η ταινία του Considine, με το συναισθηματικό βάρος ενός …τυραννόσαυρου, μιλάει για τον άνθρωπο με τις πιο αδυσώπητες αλήθειες. Τον άνθρωπο που εγκλωβισμένος σε ένα ζοφερό παρόν, πιο εύκολα καταστρέφει απ’ ό,τι δημιουργεί, πιο εύκολα θυμώνει απ’ ό,τι χαμογελάει, πιο εύκολα απογοητεύεται απ’ ό,τι προσπαθεί. Ο Joseph και η Hannah (με το θρησκευτικό βάρος των ονομάτων τους) έχουν από καιρό χάσει τον δρόμο τους, περικυκλωμένοι από ανθρώπους που δεν ζήτησαν ποτέ. Οι δυο τους θα έρθουν κοντά, αναζητώντας μια συγχώρεση που ποτέ δεν τους δόθηκε και ίσως τότε καταφέρουν να αποδεσμευτούν από τα αόρατα δεσμά που τους κρατούν αιχμάλωτους. Ίσως τότε καταφέρουν να κοιτάξουν ο ένας τον άλλο στα μάτια, λυτρωμένοι και ελεύθεροι, ο καθένας ηγέτης στη δική του Εδέμ.

2.  La guerre est declare - Valérie Donzelli


Δεν μπορείς ποτέ να ξεχάσεις εκείνον που σε άγγιξε όταν όλοι κοιτούσαν από απόσταση, εκείνον που σου μίλησε με την καρδιά του όταν οι άλλοι έψαχναν ακόμα για τις λέξεις. Η σκηνοθέτις, με μια βαθύτατα προσωπική εξομολόγηση, προσφέρει το πιο αληθινό κομμάτι της ψυχής της, δημιουργώντας ένα οπτιμιστικό και παράλληλα απαραίτητο όχημα επικοινωνίας με εκείνους που έχουν γνωρίσει την αρρώστια, στη χειρότερη μορφή της. Και τότε ορθώνει το ανάστημά της, εμπνέοντας ουσιαστικά όλους εκείνους που έχασαν τον δρόμο τους χωρίς να το γνωρίζουν, που κοίταξαν σιωπηρά γιατί ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να φωνάξουν. Ταινίες σαν κι αυτή, σε ακολουθούν για πάντα.

1. Midnight in Paris – Woody Allen


Σε κάνει να αναρωτιέσαι με έναν υπέροχο τρόπο αν στη δική του ηλικία θα μπορέσεις ποτέ να ονειρευτείς όπως εκείνος. Αν τη στιγμή που θα εξαργυρώνεις τις στιγμές που έζησες σε μια ζωή γεμάτη συγκινήσεις,  θα βρεθείς από την άλλη πλευρά με όλους εκείνους που αγάπησες αλλά πότε δεν θα μπορούσες να συναντήσεις. Ο Woody Allen ονειρεύεται, ελπίζει και προσδοκά σαν μικρό παιδί, καταθέτοντας την πιο προσωπική ταινία της ζωής του. Της δικής μας, επίσης. 

Καλό χειμώνα και καλή συνέχεια σε όλους μας εύχομαι με ακόμα περισσότερες ταινίες...

Chris Zafeiriadis

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

We Need to Talk About Kevin (2011)



Μπορείς να φανταστείς εκείνους τους ανθρώπους; Εκείνους που με το βλέμμα χαμένο κινούνται σπασμωδικά από τη μία άκρη στην άλλη και εκείνους που μένουν ακίνητοι σε ένα μοναδικό σημείο παρατηρώντας τον περίγυρο; Εκείνους που προσπαθούν με νύχια και με δόντια να μείνουν για πάντα μόνοι και εκείνους που παλεύουν μια ολόκληρη ζωή να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι μιας (δυσ)λειτουργικής  οικογένειας; Εκείνους που βάφουν τα νύχια τους με τα πιο έντονα χρώματα και εμπορεύονται την ελπίδα με μοναδικό πελάτη τον ίδιο τους τον εαυτό; Μπορείς να φανταστείς όλους αυτούς τους ανθρώπους μαζί; Ίσως μπορέσεις να τους δεις να στέκονται συγκεντρωμένοι όλοι, σαν σε συναυλία, λουσμένοι στα χρώματα της πιο ανομολόγητής τους αμαρτίας. Ίσως αν κοιτάξεις λίγο καλύτερα, καταφέρεις να τους αντικρίσεις όπως πραγματικά είναι, όπως πραγματικά αισθάνονται και όπως πραγματικά θα ήθελαν να ζούνε, ανέμελοι και ελεύθεροι χωρίς κανένας να τους κρίνει. Όπως ακριβώς τους παρουσιάζει η σκηνοθέτις στο άνοιγμα της ταινίας της.

Ίσως θα ήταν πιο σωστό να αναφέρω ότι, εκτός από τον Kevin, θα έπρεπε να μιλήσουμε και για όλους αυτούς τους ανθρώπους που ζούνε κι αναπνέουνε ανάμεσά μας. Η Ramsay ψυχανεμίζεται ετούτη την ανάγκη και χτίζει την ταινία της επάνω στον κεντρικό χαρακτήρα της Eva και τους ανθρώπους από τους οποίους περιτριγυρίζεται. Ανθρώπους όπως και η ίδια, δεν έχουν τίποτα το ιδιαίτερο να επιδείξουν (what do you mean special?”) και τίποτα ιδιαίτερο να ελπίζουν. Ανθρώπους υποκριτικά εγκλωβισμένους σε μια αέναη λήθη, που κάποιοι τους λυπούνται και κάποιοι τους χαστουκίζουν χωρίς υπομονή και κυρίως χωρίς οίκτο. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που θα έπαιρναν όρκο ότι προσπαθούνε να αλλάξουν τον κόσμο αλλά το μόνο που κάνουν είναι να περιμένουν με σταυρωμένα τα χέρια μια επικείμενη αλλαγή που ποτέ δεν έρχεται. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που θέλουν να αγαπήσουν αλλά το πιο ειλικρινές πράγμα που μπορούν να κάνουν είναι να σε πληγώσουν. Κάθε μέρα και πιο γρήγορα.  

Ο Kevin ήρθε σε αυτό τον κόσμο αλλά από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του έδειξε την ανομοιότητά του. Σαν χαρακτήρας μοιάζει ο πιο συγκροτημένος, έτοιμος να καταστρέψει με το χαμόγελο στα χείλη. Έτοιμος να δημιουργήσει το χάος, χωρίς να νοιάζεται για το προσωπικό του κόστος. Να επιτεθεί σε εκείνους που πιστεύουν στα ισοδύναμα, στα προσδόκιμα, στα αναντίρρητα δεδομένα του κοσμικού μας χωροχρόνου. Έτοιμος να τεμαχίσει την ανθρώπινη αδράνεια και να τιμωρήσει εκείνους που θεωρεί υπαίτιους για την λάθος εξέλιξη. Να τιμωρήσει εκείνους που θα αγόραζαν μια δωδεκάδα σπασμένα αυγά γιατί δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά, εκείνους που θα σε κοιτάξουν στα μάτια για να σε κρίνουν, που θα (σε) φοβίσουν αντί να φοβηθούν, θα (σε) αγαπήσουν, θα (σε) μισήσουν και τελικά, θα (σε) γαμήσουν, κάθε μέρα και πιο γρήγορα.

Φυσικά μια ταινία δεν γίνεται να είναι αφιερωμένη σε έναν χαρακτήρα σαν του Kevin. Μπορεί να είναι όμως στους αποδέκτες της ψυχωτικής του οργής, ή ακόμα και στην εύθραυστη σχέση μητέρας-γιου και τα αναπάντητα ερωτήματα που αναδύονται ευλαβικά. Έτσι η σκηνοθέτις θα αντλήσει από το βιβλίο της Lionel Shriver τις σιωπές των λεπτομερειών και τον εκκωφαντικό κρότο των επιπτώσεων για να δημιουργήσει ενδογενετικά μια τεμαχισμένη - και καμουφλαρισμένη με το soundtrack της ζωής μας - διερεύνηση των ανθρώπων μιας εποχής που μοιάζει να νοσεί. Της εποχής των ανθρώπων που μας περιτριγυρίζουν χωρίς να το έχουμε ζητήσει, των ανθρώπων που ψάχνουν ένα χαμένο νόημα εκεί που δεν υπάρχει και, τελικά, των ανθρώπων που δεν γνωρίζουν το γιατί, ενώ κάποτε πίστευαν ότι οι ίδιοι ήταν η αιτία.

Κάπου εκεί, τα αρχικά ερωτήματα επανέρχονται, ακόμα πιο κωδικοποιημένα, ακόμα πιο σφοδρά. Πες μου όμως, ακόμα κι έτσι, μπορείς να φανταστείς όλους αυτούς τους ανθρώπους να σε κοιτάνε; Μπορείς να τους κοιτάξεις στα μάτια και να τους αναγνωρίσεις; Μπορείς να τους νιώσεις, έστω και αν είναι για μια μόνο στιγμή;

Τώρα σκέψου, πόσες φορές μπορείς να πεις την λέξη «ελέφαντας»;

Chris Zafeiriadis

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Braindead (1992)



Ήταν αρχές της δεκαετίας του ‘90 όταν ο Jackson αποφάσισε να ταξιδέψει στο κινηματογραφικό(;) Skull Island, γνωστό και ως σπίτι του βασιλιά Kong, όχι όμως για να αναμετρηθεί με το υπερμεγέθες μεγαλείο του πελώριου αυτού γορίλα (αυτό θα το κάνει λίγα χρόνια αργότερα, χαρίζοντάς μας ένα αριστουργηματικό remake), αλλά για να ανακαλύψει/αποκαλύψει ένα σπάνιο υβρίδιο ζώου, διασταύρωση τρωκτικού και κερκοπιθήκου, υβρίδιο ικανό να προκαλέσει τρόμο, αποστροφή, θάνατο και τελικά ανάσταση σε όσους έχουν την ατυχία να αναμετρηθούν μαζί του. Άλλωστε το νησί στο οποίο φιλοξενείται το αλλόκοτο αυτό είδος, μοιάζει σαν τόπος ξεχασμένος από τον φθοροποιό χρόνο, ανέπαφος από τις ανθρώπινες εξελίξεις και τελικά απομακρυσμένος από οποιοδήποτε είδος ανθρώπινης λογικής. Το παράλογο εδώ, έχει την τιμητική του.

Όμως ο Jackson θέλει να δημιουργήσει μια ταινία στον τόπο που τον γέννησε. Έτσι, μετά από τα πρώτα εισαγωγικά λεπτά, το τερατουργηματικό υβρίδιο πέφτει θύμα της ανθρώπινης απληστίας, παγιδεύεται, ταξιδεύει και φυλακίζεται σε έναν φτωχό ζωολογικό κήπο, στο Wellington της Νέας Ζηλανδίας. Και αν δεν έχεις ταξιδέψει στη Νέα Ζηλανδία, παρόλο που η χώρα τοποθετήθηκε κυριολεκτικά στην άκρη της γης, ο σκηνοθέτης θα σου περιγράψει πώς οι άνθρωποι εκεί δεν διαφέρουν καθόλου από όλους τους υπόλοιπους συνοίκους  αυτού του πλανήτη. Με τον ίδιο τρόπο γεννιούνται,  αναπτύσσονται, φαντασιώνονται, ποθούν σαν μικρά παιδιά (όχι πάντοτε όμορφα) και ενηλικιώνονται, μερικοί από αυτούς εγκλωβισμένοι σε μια πλήρως ανεπτυγμένη μητρική φυλακή. Όπως ο πρωταγωνιστής Lionel, έρμαιο των προσταγών της χήρας μητέρας του, απομονωμένοι και οι δυο σε ένα μοναχικό σπίτι στην άκρη της πόλης, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση, θαρρείς, του οίκου των Bates από το αινιγματικό Ψυχώ.

Η επίθεση σε αυτό το μητρικό αντί-πρότυπο γίνεται διπλά.

Από την μία η εμφάνιση της νεαρής και όμορφης Paquita η οποία υπό την καθοδήγηση μιας τράπουλας tarot διεκδικεί από τον Lionel έναν έρωτα που θα κρατήσει μια ζωή (sic), διεκδικώντας παράλληλα μια θέση στην καρδιά του νεαρού αυτού άντρα. Μια θέση η οποία μέχρι τώρα ανήκε σε μια μητέρα η οποία δεν νοεί να αποχωριστεί το μονάκριβό της τέκνο και μέσα στην ασυμφωνία του παράλογου και απολυταρχικού μυαλού της, θα κάνει τα πάντα για να αποτρέψει αυτή τη «συνεύρεση». Διακωμώδηση εδώ δεν υπάρχει από τον σκηνοθέτη, τουλάχιστον όχι όσο προστάζουν οι περιστάσεις, υπάρχει όμως μια απαστράπτουσα πραγματικότητα που θέλει τους δύο συμμετέχοντες στο δίπολο μητέρα-γιος αλληλένδετα εξαρτημένους και απόλυτα αλληλοεπιδράσιμους. Όχι όμως για πάντα.

Από την άλλη, το τερατουργηματικό υβρίδιο επιτίθεται και μολύνει τη μάνα σε μια στιγμή αδυναμίας της, μετατρέποντάς την σταδιακά σε μια παραμορφωμένη και απέθαντη απειλή. Ένα νεκροζώντανο και νεκραναστημένο κουφάρι το οποίο με τη σειρά του εξαπολύει τον θάνατο σε όσους πλησιάζουν το σπίτι, σε όσους παρέμειναν συνένοχοι στην εθελοτυφλία τους (αχόρταγα αφοσιωμένοι στις δικές τους κρεμώδεις αδυναμίες) και σε όσους αμφισβητούν την αδιάλειπτη αγάπη προς τον μονάκριβο γιο της (κυρίως μετά θάνατο).  Κάπου εκεί ένας αιματοβαμμένος  χορός απέθαντων ξεκινά .


Μετά την μεταμόρφωση της μητέρας σε απέθαντη, καταβροχθίστρια σάρκας, ο Jackson οργιάζει. Μέσα στα εμπνευσμένα του καρέ παρελαύνουν όλοι οι σινεματικοί του ήρωες, όσοι αγάπησε και όσοι αναπόδραστα του δίδαξαν τους φανερούς και κρυφούς μηχανισμούς του κινηματογράφου. Μέσα στο Braindead αναπνέουν οι νεκροζώντανοι του Romero φιλτραρισμένοι από την ανεμελιά του Raimi και το μεράκι του Yuzna, η ακρότητα του Gordon Lewis παρέα με τον όραμα του εφετζή Harryhausen, μερικές σταγόνες από την διασκεδαστική παράνοια των ταινιών του Henenlotter, ένα παραμύθι αναλλοίωτης πίστης, και ένα φιλί βγαλμένο από ολόκληρη τη ρομαντζάδα των χολιγουντιανών 40ς.

Όλα τα παραπάνω πολλαπλασιασμένα …επί χίλια (εκτός του φιλιού), καταλήγουν σε ένα φιλάνε άξιο απέραντης μνείας, με τον νεαρό Lionel να αγωνίζεται με στρατιές παραμορφωμένων εχθρών, να πνίγεται από την ακατάστατη αιματοχυσία και τελικά να απογαλακτίζεται και να αναγεννιέται μέσα από τα σπλάχνα της μητέρας που τον γέννησε, ασπαζόμενος την τότε ανεξαρτητοποιημένη Νέο-Ζηλανδική πραγματικότητα (στο πλαίσιο ανεξαρτησίας της χώρας το 1947 – άλλωστε η ταινία τοποθετείται αόριστα στα 50’s). Μια αναγέννηση όμοια με εκείνη του ντεμπούτου Bad Taste που μεταμόρφωσε τον Jackson από ονειροπόλο κινηματογραφόφιλο σε ερασιτέχνη κινηματογραφιστή και τώρα σε δημιουργό παγκόσμιας εμβέλειας και λατρείας.

Κάπου εκεί το Braindead αποκαλύπτεται και μου θυμίζει γιατί αγαπώ αυτή τη τέχνη. Μπορεί η ταινία του Jackson να είναι λουσμένη στο αίμα και τα εντόσθια, μπορεί από τα θεμέλιά της να είναι χτισμένη επάνω στη κωμωδία και την σάτιρα, παραμένει όμως η επίτευξη ενός ονείρου, απόσταγμα της νεανικής και ακόρεστης φαντασίας ενός ανθρώπου, ικανού να πλάθει και να γκρεμίζει (κινηματογραφικούς) κόσμους, χωρίς ούτε για μια στιγμή να γίνεται θρασύς ή μεγαλομανής. Σαν ένα μικρό παιδί που του έδωσαν το αγαπημένο του παιχνίδι και άφησαν να το χαρεί οργιάζοντας χωρίς φειδώ και χωρίς περιορισμούς, με την φαντασία του αχαλίνωτη και το πείσμα του για δημιουργία ακλόνητο. Ένα πείσμα που μεταμορφώνει τις ευχές του σε πραγματικότητα και τα όνειρά του σε εικόνες καθιστώντας το Braindead ως την απολαυστικότερη κωμωδία των 90’s, την πιο αιματοβαμμένη ταινία που μπορώ να θυμάμαι και την καλύτερη γραφή ενός σπουδαίου σκηνοθέτη, η καριέρα του οποίου ακόμα ξετυλίγεται.

Υπερβολές, έτσι; Χμμ…

Chris Zafeiriadis

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Restless (2011)



Το Restless, παρ’ όλη την μακάβρια αύρα και την προ/μετά/θανάτια αναπνοή του, παραμένει ένα συναισθηματικό παραμύθι. Ένα παραμύθι από εκείνα που διαβάζονται τις πιο δύσκολες στιγμές και τις μεταμορφώνουν σε αθάνατες εμπειρίες μιας ζωής χωρίς φινάλε. Άλλωστε, είχα ακούσει κάποτε να λένε ότι κάποιες αναμνήσεις μένουν για περισσότερο από μια ζωή. Ταινίες σαν και τούτη εδώ, με την ανασφάλεια, την νεανική απειρία και την περιρρέουσα μελαγχολία τους, δε θέλησαν ποτέ να (επανα)προσδιορίσουν το δράμα αλλά να αγγίξουν, έστω και κλασματικά, τη στιγμή. Τη στιγμή που χωρίς φειδώ μοιράζονται οι δύο νεαροί πρωταγωνιστές, ακόμα και όταν ο θάνατος τούς έτυχε σαν φίλος, σιγοτραγουδώντας το τραγούδι μιας λάθος εποχής.

Δεν ξέρω και για να πω την αλήθεια, δεν θα ήθελα να μάθω κιόλας, αν για τον Gus van Sant αυτή είναι μια σημαντική ταινία. Ξέρω όμως ότι παραμένει μια από τις ομορφότερες στιγμές μιας πολυμορφικής και αυθόρμητα αντισυμβατικής φιλμογραφίας. Και μπορεί ο δημιουργός, μετά από τόσα χρόνια και τόσες ταινίες που μας έχει χαρίσει να μην έχει καταφέρει ακόμα να γίνει φίλος (αλήθεια όμως, δεν είναι δικό μου το λάθος), δεν μπορώ να πω όμως το ίδιο για την Annabel και τον Enoch (εκείνη μια μελαγχολική καουμπόισσα και εκείνος ένας περιπλανώμενος ονειροπόλος), δύο χαρακτήρες που τους συναντάς για μία φορά και τους θαυμάζεις για όλες τις υπόλοιπες, ακόμα και αν δεν καταφέρουν να σε πείσουν με την πρώτη. Πώς να ξεχάσεις άλλωστε το χαμόγελο και τη λαχτάρα τους να καταβροχθίσουν ό,τι τους έχει απομείνει, πώς να ξεχάσεις την αρμονία στο βλέμμα τους όταν κοιτάζονται στα μάτια, αντλώντας το οξυγόνο για μια βουτιά ακόμα στο άγνωστο της επόμενης αναπνοής.

Chris Zafeiriadis