Παρακολουθώντας τις μέχρι τώρα ταινίες του Aronofsky, εύκολα μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι αυτός ο άνθρωπος είναι ένας ακραίος σκηνοθέτης. Ακραίος αλλά ευφυής, που μέσα από την ειλικρίνεια που αποπνέουν οι πρωταγωνιστές του, αναδεικνύεται τις περισσότερες φορές μια θανατερά τραγικοποιημένη αλήθεια. Ο Μαύρος Κύκνος, χωρίς να μπορεί να αποκοπεί από τον ομφάλιο λώρο που τον συνδέει με τον δημιουργό του, παραμένει μια ακραία ταινία η οποία κρύβει την δική της τραγική αλήθεια. Προσοχή όμως, σαν ταινία δεν φτάνει η ίδια στα άκρα. Μιλάει όμως με μια χαρακτηριστική άνεση για τα άκρα που μπορούν να φτάσουν κάποιοι άνθρωποι, την υπεροχή που αγγίζουν όταν βρεθούν εκεί, καθώς και την ψυχή που μπορεί να χάσουν κατά την διάρκεια της διαδρομής τους. Διότι όπως καθημερινά μας αποδεικνύει η ζωή, το καθετί σε αυτό τον κόσμο έχει και το τίμημά του. Και αυτός ο Κύκνος έχει το ακριβότερο.Η Nina έχει κληρονομήσει το ταλέντο του χορού από την οικογένειά της, αρνείται όμως να κληρονομήσει και την ανεπάρκεια της αυταρχικής μητέρας της, γι’ αυτό και η προσωπική της επιτυχία είναι μονόδρομος. Μια επιτυχία που έγκειται στην αποδόμηση ενός αχειράφετου κοριτσιού και στην μετουσίωσή του σε κάτι που δεν μπορεί να καταλάβει, γι αυτό και την φοβίζει. Σε αυτή την ψυχική μεταμόρφωση βασίζεται ο Aronofsky και επάνω της χτίζει ένα τρομοκρατημένο ψυχογράφημα αφιερωμένο στην αθωότητα. Όχι την χαμένη αλλά την υπάρχουσα. Αυτή που είναι έτοιμη να εκραγεί σε χίλια κομμάτια δίνοντας την θέση της σε κάτι λιγότερο καταπιεσμένο και περισσότερο απολαυστικό.
Με ένα σχεδόν μεταφυσικό τρόπο, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την εκφραστικότητα της Portman στο πρόσωπο της οποίας καθρεφτίζεται η ψυχική και σωματική φθορά ενός ανθρώπου που προσπαθεί να μεταμορφωθεί σε κάτι που μέχρι τώρα δεν ήταν. Η προ διετίας υπαρξιακή διάλυση του Randy μετατρέπεται εδώ σε ψυχική φθορά για την Nina, η οποία πρέπει να παλέψει με την φύση του Μαύρου και τελικά να την κατακτήσει. Δέχεται όλα τα αμαρτωλά και ένοχα ερεθίσματα από τον κόσμο που την περιβάλλει και έτσι ερεθισμένη όπως είναι, καταλήγει στη δολοφονία της πειθαρχημένης αθωότητας και την νεκρανάστασή της σε κάτι όχι άψογο αλλά απλά τέλειο. Η ομορφιά του πάθους συναντά την οδύνη της κορύφωσης και ο πρωταγωνιστής (πια) Κύκνος αθόρυβα ψιθυρίζει ότι το χρώμα της χορογραφημένης του τελειότητας δεν είναι το μαύρο της σκιάς που τον περιβάλλει αλλά το κόκκινο της φωτιάς και του πάθους, της πληγής και του πόνου. Τελικά, ίσως και της λύτρωσης.
Με αυτό το χρώμα, ο Aronofsky κοιτάζει την τελειότητα αλλά ο ίδιος δεν την αγγίζει. Έχει το θάρρος να στέκεται δίπλα στη μουσική του Tchaikovsky ζητώντας από την ψυχορραγούσα Νίνα να φτάσει στα άκρα και να ενσωματωθεί πλήρως μαζί της. Αλλά όπως είπα και στην αρχή, αυτή δεν είναι μια ακραία ταινία. Και αυτό διότι ο δημιουργός της αρνείται να ξεπεράσει τα δικά του καλλιτεχνικά όρια και να γίνει ένας από τους σημαντικότερους και σπουδαιότερους ανθρώπους της εποχής μας. Αντίθετα, οι ήρωες των ταινιών του το καταφέρνουν σχεδόν πάντα. Και ηρωίδες σαν την Nina δεν συναντάμε συχνά στην κινηματογραφία. Ούτε καν στη ζωή. Γι αυτό και μόνο, αυτό το κορίτσι αξίζει το χειροκρότημα όλων μας.




























