Κοίταξε το σώμα σου και προσπάθησε να καταλάβεις πόσο ευάλωτο
είναι. Πόσο τρωτή είναι η σάρκα σου και πόσο ευαίσθητο είναι το δέρμα μέσα στο
οποίο έμαθες να κατοικείς. Αν προσπαθήσεις να νιώσεις την ευαισθησία και κόψεις
ένα μικρό κομμάτι του εαυτού σου, θα νιώσεις και θα δεις την ανοιχτή πληγή, θα
αντικρίσεις το αίμα να προβάλει, σαν να θέλει μανιασμένα να βγει από το σώμα
σου και να κυλήσει προς τα κάτω. Ο Σχιζοφρενής αντίκρισε το αίμα μια φορά και τότε
το αγάπησε για πάντα. Αγάπησε τον τρόπο με τον οποίο η ζωή εγκαταλείπει το σώμα
όταν αυτό κόβεται κομμάτια, αγάπησε το δέρμα όταν αυτό αποκολλάται με ευκολία
αφήνοντας ένα κορμί ευτελώς ξεγυμνωμένο. Τότε φυσικά, γίνεται ολότελα δικό του,
κι αυτό αποτελεί το μοναδικό του κίνητρο για όσα επρόκειτο να συμβούν.
Η low budget ταινία του Hooper δικαίως θεωρείται ανελέητο μνημείο του αμερικάνικου horror ενώ
ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος (ή Leatherface
- αβίαστη αντανάκλαση του Ed Gain)
άνετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο βασιλιάς των παρανοϊκών δολοφόνων της
μεγάλης οθόνης. Όχι όμως επειδή είναι ο πιο βλοσυρός, βίαιος, και αχόρταγα
αιμοσταγής, αλλά γιατί είναι ο πιο τρομακτικός ακριβώς γιατί είναι και o πιο
ανθρώπινος. Τα χαρακτηριστικά της εμμονής αλλά και της αδυναμίας του είναι
βαθύτατα ρεαλιστικά, ενώ ο ίδιος αποτελεί κομμάτι μιας (επίσης σχιζοφρενούς)
οικογένειας κανιβάλων, η οποία κατοικεί στη πολύπαθη αμερικάνικη περίοδο των 60s-70s, μακριά όμως από το χάος της μεγαλούπολης
που κατακλύζει το δυτικό κόσμο. Γι’ αυτό και ο κανιβαλισμός τους παραμένει καλά
κρυμμένος σε ένα απομονωμένο αγροτόσπιτο της επαρχίας.
Από τη μεγαλούπολη προέρχονται και οι πέντε νέοι της
ιστορίας, αναζητώντας αθώα τα αίτια της βεβήλωσης ενός οικογενειακού τάφου. Αυτό
που τελικά ανακαλύπτουν είναι η ψυχική αίσθηση του αποτρόπαιου, η μετενσάρκωση
ενός αγωνιώδους εφιάλτη και η λυσσασμένη αχορταγιά ενός αιματοβαμμένου
αλυσοπρίονου. Είναι οι στιγμές που τα όνειρα της νιότης παύουν να ελπίζουν
(έτσι ματωμένα και πετσοκομμένα όπως καταντάνε) και οι πέντε νέοι θα ξεράσουν από
μέσα τους ό,τι μέχρι τότε έμοιαζε έτοιμο να ανθίσει, χωρίς να έχουν το σθένος
να πιστέψουν ότι όσα ζουν μπορεί να είναι η αλήθεια. Μέχρι να νιώσουν ότι
τελικά είναι, χαρίζοντας τις σάρκες τους στα νοσηρά ένστικτα της παρανοϊκής
αυτής οικογένειας.
Κρανία, δόντια, σάπια κρέατα και τρίχες κυριαρχούν στα
περισσότερα κάδρα του Hooper,
με τα κουφάρια των ζώων και τη δυσωδία των ακρωτηριασμένων πτωμάτων να
αναβλύζουν όλο τον τρόμο και τη φρίκη μιας τέτοιας πραγματικότητας. Η φρίκη
φυσικά είναι επίγεια και όχι ονειρική. Κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα και
αντανακλάται στα υπέροχα πράσινα μάτια της μοναδικής επιζήσασας, Sally, η οποία λουσμένη στο
αίμα απομακρύνεται από το θάνατο, με τις κραυγές, τα δάκρυα και το παρανοϊκό
της γέλιο να μένουν για πάντα στο μυαλό του σοκαρισμένου θεατή. Αυτό που
απομένει στο ξημέρωμα μιας καινούριας ημέρας είναι η αδηφάγα ηχώ ενός αλυσοπρίονου
που δε λέει να σωπάσει κι ένας περήφανος Σχιζοφρενής, ο οποίος έχει ταπεινώσει
την οποιαδήποτε έννοια σωματικής και ψυχικής ελευθερίας, με τη τραγωδία να βρίσκεται
στο θάνατο της νεότητας και τον σαρκικό εξευτελισμό της. Cut!
Chris Zafeiriadis
Αφιερωμένο στη μνήμη της υπέροχης Marilyn Burns (1949 – 2014).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου