Το Prowler είναι μια βίαιη ταινία. Είναι τόσο πειστικά βίαιη και σωστά κινηματογραφημένη που αν ανήκεις στους μεταμεσονύχτιους σινεφίλ, την απολαμβάνεις μέχρι την τελευταία ρανίδα του αίματός της – ή την τελευταία νεανική ανάσα αγωνίας των πρωταγωνιστών, λίγο πριν συναντήσουν τη λασπωμένη μάσκα του δολοφόνου. Ενός δολοφόνου με διάθεση επιθετική και εμφάνιση αμερικανού στρατιώτη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος έχει μπερδέψει τον εχθρό και νομίζει ότι η μάχη μαίνεται ακόμα - ανάμεσα σε εκείνον και τους μαθητές που ετοιμάζονται για τον ετήσιο χορό της αποφοίτησής τους.
Η ταινία του Joseph Zito ξεκινάει ένα καλοκαιρινό σαββατόβραδο του 1945, ανάμεσα σε ερωτικές ορμόνες, ζέστη και αχόρταγες νεανικές ανησυχίες, όταν ένας βετεράνος στρατιώτης λαμβάνει το γράμμα του χωρισμού από την κοπέλα του Rosemary (πολανσκική αναφορά;) και αποφασίζει να την εκδικηθεί. Αδυνατώντας να δεχτεί την περιφρόνηση και την απόρριψη, περιμένει την κατάλληλη στιγμή και επιτίθεται χωρίς ενδοιασμούς, δολοφονώντας την νεαρή κοπέλα και τον καινούριο εραστή της, λίγο πριν οι δυο τους συνευρεθούν ερωτικά. Ο δολοφόνος ικανοποιεί το βίαιο ένστικτό του και τον πληγωμένο από τον πόλεμο εγωισμό του (αφού τα περισσότερα τραύματα των βετεράνων είναι, κυρίως, ψυχολογικά), με το αποτρόπαιο έγκλημα να μη λύνεται ποτέ.
Fast forward στο 1980, όπου η επόμενη γενιά ετοιμάζεται για τη δική της αποφοίτηση. Ο χορός που ετοιμάζεται για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια διαθέτει όλα τα ανέμελα διακριτικά γνωρίσματα που πρέπει να χαρακτηρίζουν κάθε ετήσια γιορτή αποφοίτησης, με την νεανική έξαψη να είναι ζηλευτή και τη λαχτάρα για ξεφάντωμα να βρίσκεται σε έκσταση. Κι όμως, ο δολοφόνος της Rosemary είναι ακόμα ελεύθερος και βρίσκει μια καινούρια ευκαιρία να εκδικηθεί όλους τους νεανικούς έρωτες που ετοιμάζονται να ανθίσουν κάτω από το ρομαντικό φως του φεγγαριού. Και το κάνει με έναν άγριο και παράφορο τρόπο που φέρνει δάκρυα και αίματα στα μάτια.
Κατασκευασμένο σε μια εποχή όπου το slasher γεννήθηκε, άνθισε και παρήκμασε εντυπωσιακά, το Prowler είναι μια βρώμικη ταινία που διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του είδους στο οποίο ανήκει, χωρίς να πρωτοτυπεί και χωρίς να απογοητεύει τους λάτρεις του μεταμεσονύχτιου σινεμά. Ο Zito αποδεικνύεται μάστορας του είδους, αφού γνωρίζει καλά πώς να στήσει μια ταινία με ρυθμό, ένταση και νεανικά κορμιά που πέφτουν θύματα, ενώ άψυχα (πλέον) σωριάζονται ανάμεσα στα αίματά τους.
Ο σκηνοθέτης με τις ελάχιστες ταινίες και τις ακόμα λιγότερες επιτυχίες στο ενεργητικό του, κατασκευάζει ένα εικονογραφημένο λουτρό αίματος που με ανεξέλικτη πλοκή, ελάχιστους διαλόγους μεταξύ των πρωταγωνιστών (αυτό εδώ είναι θετικό) και εντυπωσιακά ειδικά makeup εφέ (ο Tom Savini στα καλύτερά του), γράφει το όνομά του στην ιστορία του αμερικανικού underground. Ακολουθεί τα χνάρια που άφησε η περιβόητη Παρασκευή και 13 που κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν (και που ο ίδιος υπηρέτησε, σκηνοθετώντας το 4ο μέρος της σειράς) και δανείζεται στοιχεία από το ματωμένο σινεμά της Ευρώπης (όπως ολόκληρο το slasher είδος) και κυρίως από τις ιδέες του πατέρα Bava (οι ομοιότητες σε σκηνές με το υπέροχο Reazione a catena είναι εμφανείς) για να ολοκληρώσει το αιματοκύλισμα. Και το κάνει με τρόπο εντυπωσιακό, οδηγώντας την ιστορία σε ένα εκρηκτικά ‘αποκαλυπτικό’ φινάλε, προβλεπόμενο για τους απαιτητικούς, τους συντηρητικούς και τους ανίατα σοβαροφανείς - υπέροχο, όμως, για όλους τους υπόλοιπους, αφού για τις ώρες που συνήθως παίζει η ταινία, δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω.
Chris Zafeiriadis