Την πρώτη φορά που είδα το North ήταν στο Φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ήταν από εκείνες τις βιαστικές προβολές, της στιγμιαίας αυθόρμητης απόφασης, της μιας ταινίας ακόμα. Δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω τότε μιας και το όνομα του ντοκουμενταρίστα Rune Denstad Langlo δε μου ήταν γνώριμο, αλλά η προσδοκία του άγνωστου πάντα δίνει στην ταινία κάτι το μαγικά ευχάριστο. Ασχέτως με το τελικό αποτέλεσμα. Στην προκειμένη περίπτωση το παγωμένο North μου επιφύλασσε μια μικρή έκπληξη.
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά της ταινίας ήρθε στο μυαλό μου ένας παλιός γνώριμος, ο Ι. Πάντα τον θυμάμαι να λέει ότι θέλει να τα παρατήσει όλα και να μετακομίσει στον άγνωστο βορρά της παγωμένης Νορβηγίας, να ζήσει για πάντα εκεί ως ψαράς, ή ως ξυλουργός, δεν έχει σημασία. Έχει κάτι το απροσδιόριστο αυτή η χώρα που τραβάει κάποιους ανθρώπους, κάτι που σε κάνει να αδιαφορείς για την γενικότερη ανάπτυξη του βαβουριάρικου πολιτισμού μας και την καθημερινή φασαρία του τόπου μας. Όλα αυτά δεν θα είχαν καμία σημασία στην παρούσα φάση, αν το North δεν ήταν τόσο αυθόρμητο, εγωιστικό και κατά βάση μελαγχολικό όπως είναι.Η ταινία ξεκινάει με τον Jomar, έναν τριαντάρη, μόνο Νορβηγό ο οποίος παρέα με τα τσαλακωμένα τσιγάρα και τις τσαλακωμένες του σκέψεις για το χτες και το σήμερα, αποφασίζει να κάψει (στην κυριολεξία) όλες τις λάθος επιλογές που έχει κάνει, να ανέβει σε ένα snowmobile και να ταξιδέψει βόρεια, προς την αρχέγονα χιονισμένη Tomak Valley του πολύ ιδιαίτερου Trondheim. Εκεί όπου βρίσκονται ένα χαμένο πρόσωπο που κάποτε πλήγωσε και ένας γιος που ποτέ δεν γνώρισε αλλά πρόλαβε να αγαπήσει πριν αυτός σβηστεί τελείως από την μνήμη του. Στα υπέροχα χιονισμένα βουνά της νορβηγικής υπαίθρου ο Jomar θα συναντήσει τρείς απομονωμένους ανθρώπους διαφορετικής ηλικίας και θα διανυχτερεύσει σε τρία απομονωμένα σπίτια διαφορετικής “αισθητικής”. Από αυτούς όμως θα λάβει την ίδια αποδοχή, την ίδια φιλοξενία και την επαλήθευση της ανθρώπινης ψυχής του.
Και εδώ ο Langlo εδώ καταφέρνει κάτι περίεργο. Μέσα στη μυθοπλασία του ξεχνάει λίγο τον …μύθο και πλάθει ένα σχεδόν Wenderικό ταξίδι εσωτερικής αναζήτησης και ενδοσκοπικής αυτοκριτικής. Από τον κρύο αέρα που φυσάει στις περισσότερες σκηνές, αναδεικνύεται η ιδιαίτερη αλλά μόνη καρδιά του Jomar ο οποίος πρέπει να συνεχίσει να ταξιδεύει. Λένε όμως ότι δεν έχει σημασία ο προορισμός αλλά η διαδρομή που ακολουθείς σε κάθε ταξίδι. Το North μέσα από την παγωμάρα του και τα μόλις 78 λεπτά του, αποκαλύπτει μερικά από τα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένη μια ανθρώπινη καρδιά που δεν θέλει να μένει μόνη, καταλήγοντας τελικά σε μια ταινία για το παρελθόν που μόλις μας προσπέρασε, για τις αποφάσεις που δεν πάρθηκαν ποτέ, και τις σκέψεις που δεν κατάφεραν να γίνουν στιγμές στις ζωές των ανθρώπων. Και όλα αυτά με έναν ψυχρό ρεαλισμό που τόσο αγαπάμε να μισούμε κάποιοι από εμάς.
Chris Zafeiriadis






