Το Charade μπορείς αν το δεις ως μια αισθηματική και ταυτόχρονα ερωτική ιστορία. Ερωτική όχι με την πρόστυχη αλλά με την ανέμελη, χαριτωμένη και σχεδόν παιδική σημασία αυτής της υπέροχης λέξης. Μια ιστορία όπου εκείνη θα γνωρίσει εκείνον και οι δυο τους θα μπλέξουν σε καταστάσεις που θα τους φέρουν κοντά, στη συνέχεια θα τους χωρίσουν αλλά μετά θα τους ξαναφέρουν και πάλι δίπλα δίπλα. Σε αυτή την ιστορία εκείνη και εκείνος θα αναγκαστούν να πούνε αθώα ψέματα, να ομολογήσουν καθημερινές αλήθειες, να δειπνήσουνε μαζί αλλά να ερωτευτούνε χώρια και τελικά να κοιταχτούνε με έναν χαμογελαστό τρόπο, όπως οι άνθρωποι που θέλουν να περνάνε τις ζωές τους ο ένας κοντά στον άλλο.
Το Charade μπορείς επίσης να το δεις σαν μια technicolor περιπέτεια μυστηρίου. Μια περιπέτεια στην οποία εκείνη (παρέα πάντα με εκείνον) θα πρέπει να τρέξει, να χτυπήσει, να κυνηγήσει και να κυνηγηθεί από τους κακούς της ιστορίας και τελικά να αντιμετωπίσει έναν γρίφο τον οποίο παλεύει να λύσει από τα πρώτα κιόλας λεπτά της ταινίας. Σε αυτή την περιπέτεια το σασπένς λένε ότι κυριαρχεί, το κυνηγητό είναι το βασικό παιχνίδι των ηθοποιών και οι χαρακτήρες μπερδεύονται μεταξύ τους όπως τα μικρά παιδιά που παίζουν ελεύθερα στο πάρκο μιας επαρχιακής γειτονιάς.
Ο πιο απολαυστικός όμως τρόπος για να δει κάποιος το Charade (και γι αυτό ίσως να το χαράξει και στην μνήμη του) είναι σαν μια ταινία αφιερωμένη σε μια από τις πιο φημισμένες και ιδιαίτερες πόλεις της Ευρώπης. Μια πόλη που λάμπει κάτω από τις αχτίδες του φεγγαρόφωτος, παίζει κουκλοθέατρο αναπαριστώντας την αέναη ανθρώπινη πραγματικότητα των σχέσεων αρσενικού-θηλυκού και πάει βαρκάδα στα νερά του Σηκουάνα (κατασκοπεύοντας παράλληλα τα ζευγάρια που φιλιούνται στα παγκάκια). Μια ταινία που ψοφάει για περισσότερη Παριζιάνικη φινέτσα αλλά επαναπαύεται στις σκηνοθετικές οδηγίες του απολαυστικού Stanley Doden, ο οποίος χρησιμοποιεί για ακόμα μια φορά την ακτινοβολούσα Audrey Hepburn (παρέα με τον αειθαλή Cary Grant) για να δημιουργήσει μια ρομαντική – τελικά – ταινία ραντεβουδιάρικης διασκέδασης με έμφαση όμως στη κινηματογραφική ποιότητα. Και κάτι τέτοια στις μέρες μας τα συναντάς όλο και πιο σπάνια.
Το Charade μπορείς επίσης να το δεις σαν μια technicolor περιπέτεια μυστηρίου. Μια περιπέτεια στην οποία εκείνη (παρέα πάντα με εκείνον) θα πρέπει να τρέξει, να χτυπήσει, να κυνηγήσει και να κυνηγηθεί από τους κακούς της ιστορίας και τελικά να αντιμετωπίσει έναν γρίφο τον οποίο παλεύει να λύσει από τα πρώτα κιόλας λεπτά της ταινίας. Σε αυτή την περιπέτεια το σασπένς λένε ότι κυριαρχεί, το κυνηγητό είναι το βασικό παιχνίδι των ηθοποιών και οι χαρακτήρες μπερδεύονται μεταξύ τους όπως τα μικρά παιδιά που παίζουν ελεύθερα στο πάρκο μιας επαρχιακής γειτονιάς.
Ο πιο απολαυστικός όμως τρόπος για να δει κάποιος το Charade (και γι αυτό ίσως να το χαράξει και στην μνήμη του) είναι σαν μια ταινία αφιερωμένη σε μια από τις πιο φημισμένες και ιδιαίτερες πόλεις της Ευρώπης. Μια πόλη που λάμπει κάτω από τις αχτίδες του φεγγαρόφωτος, παίζει κουκλοθέατρο αναπαριστώντας την αέναη ανθρώπινη πραγματικότητα των σχέσεων αρσενικού-θηλυκού και πάει βαρκάδα στα νερά του Σηκουάνα (κατασκοπεύοντας παράλληλα τα ζευγάρια που φιλιούνται στα παγκάκια). Μια ταινία που ψοφάει για περισσότερη Παριζιάνικη φινέτσα αλλά επαναπαύεται στις σκηνοθετικές οδηγίες του απολαυστικού Stanley Doden, ο οποίος χρησιμοποιεί για ακόμα μια φορά την ακτινοβολούσα Audrey Hepburn (παρέα με τον αειθαλή Cary Grant) για να δημιουργήσει μια ρομαντική – τελικά – ταινία ραντεβουδιάρικης διασκέδασης με έμφαση όμως στη κινηματογραφική ποιότητα. Και κάτι τέτοια στις μέρες μας τα συναντάς όλο και πιο σπάνια.
Chris Zafeiriadis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου