Έχουμε γίνει τέρατα και δεν το πήραμε χαμπάρι. Πλάσματα που
θέλουν να λέγονται άνθρωποι, παραμένουμε, όμως, αποξενωμένοι και υποταγμένοι
στις υπηρεσίες ενός απρόσωπου συστήματος και των αδίστακτων συμφερόντων του. Σε
μια κοινωνία ατομικού μόχθου και κλινικά νεκρού θεμιτού ανταγωνισμού, έχουμε
απομακρυνθεί όσο περισσότερο μπορούσαμε από την έννοια της κοινωνικής
συλλογικότητας κι ενώ θα έπρεπε να είμαστε σαν μια γροθιά φτιαγμένη από ατσάλι,
φτάσαμε να πολεμάμε μόνοι, καταλήγοντας σωματικά και ψυχικά αδύναμοι κι
ασθενικοί. Έρχεται όμως μια αναπόφευκτη στιγμή στη ζωή, μια στιγμή που, είμαι
σίγουρος, την έχουμε ζήσει όλοι, είτε από την μια πλευρά είτε από την άλλη.
Είναι η στιγμή που το ‘εγώ’ ορθώνεται σαν αδυσώπητο τέρας και καταβροχθίζει το
‘εμείς’, χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς καμιά ανησυχία για το τι πρόκειται να
ακολουθήσει. Το κατασπαράζει χωρίς καμία έγνοια για τις επιπτώσεις του
σπαραγμού που βιώνει κάποιος που, πριν λίγο, στεκόταν ακριβώς δίπλα από εμάς
και τώρα χάνεται μονάχος, με μάτια κόκκινα και την καρδιά ηττημένη.
Η ανθρωπιά μας, φυσικά, δεν χάνεται ποτέ. Χρειάζεται, όμως,
να την αναζητήσεις, να βρεις βαθιά μέσα σου τους λόγους που θα σε κάνουν να
νιώσεις το σωστό και, στη συνέχεια, να το βγάλεις προς τα έξω. Εύκολο ποτέ δεν
θα είναι, ιδίως στην περίπτωση που έχεις να χάσεις κάτι που είναι δικό σου.
Στην ταινία των αδερφών Dardenne, μια νεαρή κοπέλα μαθαίνει από το τηλέφωνο ότι
κινδυνεύει να χάσει τη δουλειά της. Η ίδια δεν ξέρει πώς να αντιδράσει όταν οι
συνάδελφοί της καλούνται να επιλέξουν μεταξύ της παραμονής της, και ενός
οικονομικού μπόνους χιλίων ευρώ που θα πάρει ο καθένας τους μόλις η ίδια
απολυθεί. Στο διάστημα των δύο ημερών που μεσολαβεί μέχρι την ψηφοφορία της
Δευτέρας, η Sandra μαζεύει τα δάκρυα της, ρίχνει τον εγωισμό και επισκέπτεται
αυτούς τους ανθρώπους, με σκοπό να τους πείσει να ψηφίσουν υπέρ της και να
χάσουv, έτσι, το μπόνους που τους αναλογεί. Πολλές εξηγήσεις δεν μπορούν να
υπάρξουν για τα υπέρ και τα κατά, για το δίκαιο, το ηθικό και το ανώφελο σε ένα
περιβάλλον ατομικού οφέλους, αφού ο καθένας έχει τους δικούς τους λόγους που
τον οδηγούν στην επιλογή. Στη θέση του άλλου δεν μπορούμε να έρθουμε ποτέ αφού
πάντα θα βρισκόμαστε στη θέση τη δική μας, λέει ένας κανόνας της ζωής που
δύσκολα μπορούμε να τον παραβούμε τη στιγμή που χρειάζεται.
Μπορεί το κοινωνικό και οικονομικό σχόλιο των Dardenne να
βρίσκεται διάχυτο στο σενάριο της ταινίας (και περισσότερο επίκαιρο στις μέρες
και τους τόπους μας), ωστόσο ο υπέροχος κινηματογραφικός ρεαλισμός τους αναζητά
την θέση της ηρωίδας στο κοινωνικό σύνολο, στοχεύοντας σιωπηλά στο
συναισθηματικό της κόσμο. Παρουσιάζεται έτσι το χρονικό μιας ψυχικής
αποσύνθεσης, με την κάμερα να ακολουθεί την Marion Cotillard σε όλες τις
στιγμές της και μόνο που την κοιτάς στα μάτια, σε κάνει χίλια κομμάτια. Από την
αρχή του εφιάλτη του να χάνεις τη δουλειά σου (αντίο συνδικαλιστικές
οργανώσεις) μέχρι το τελικό αποτέλεσμα του φινάλε, η Sandra θα διασταυρώσει το
βλέμμα της με κάθε λογής συναδελφικό χαρακτήρα. Με κάθε άνθρωπο που χωρίς να το
έχει επιλέξει, κρατάει ένα κομμάτι της τύχης της στα χέρια του και καλείται,
έτσι, να πάρει μια απόφαση για τη ζωή κάποιου άλλου. Το οικονομικό έπαθλο
ζυγίζεται (και συγκρούεται) με την ευκαιρία της εργασίας, ενώ η αξιοπρέπεια
δίνει τον δικό της αγώνα για την διασφάλιση αυτού που θα έπρεπε να θεωρείται
αυτονόητο.
Με λιτούς, ευθείς και ειλικρινείς διαλόγους που περιέχουν
τιτάνια εσωτερική δύναμη, και με μια υπόκωφη αγωνία να κατακλύζει την
ατμόσφαιρα, η ηρωίδα προσεγγίζει έναν-έναν τους συναδέλφους της σε μια ύστατη
προσπάθεια διατήρησης της ελπίδας. Το πρόσωπο της Cotillard διαλύεται συνεχώς και
επαναπροσδιορίζεται σε κάθε συνάντηση, σε κάθε απάντηση που παίρνει στη
διάρκεια των δύο αυτών ημερών. Από το χαμόγελο της αποδοχής στα δάκρυα της
απόρριψης, και από την αναζωογόνηση της αντοχής στην απογοήτευση της άρνησης,
το κορίτσι αυτό θα το θαυμάζεις για το υποκριτικό του σθένος και θα έρθεις λίγο
πιο κοντά του. Θα το θαυμάσεις γιατί, χωρίς να το καταλάβεις θα σου έχει
μιλήσει για ένα φυσικό αίσθημα δικαίου που δεν πρέπει να ξεχνάς, μεταφέροντάς
σου την αλήθεια μιας κοινωνίας που δεν υπάρχει μόνο στις ταινίες.
Είναι η κοινωνία που έχουμε χτίσει, είναι το σινεμά που σε
κάνει να θυμώνεις με τον εαυτό σου και δεν ξέρω πόσοι έχουν απομείνει να έχουν
ανάγκη ένα σινεμά που θα το αισθάνονται δικό τους, με αυτόν τον τρόπο. Φυσικά
οι Dardenne, αυτοί οι πιστοί ανθρωπιστές του (κινηματογραφικού) σήμερα,
πιστεύουν ακόμα. Γι’ αυτό και κλείνουν την ταινία τους με ένα ηττημένο χαμόγελο
στο πρόσωπο της Sandra,
που όμως νιώθει περήφανη για τις επιλογές της. Νιώθει περήφανη γιατί θέλησε να
αλλάξει ένα κομμάτι του συνόλου στο οποίο ανήκει, ξεκίνησε από τον εαυτό της
και, χωρίς τυμπανοκρουσίες, έπραξε σιωπηλά αυτό που συνειδητά όφειλε να πράξει.
Όταν θα είμαστε έτοιμοι κι εμείς, θα στέκομαι ακριβώς δίπλα σου.
Chris Zafeiriadis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου